|
|
Παρασκευή, 17 Ιαν, 2025 Αντωνίου μεγάλου, Αντωνίου Βερ. |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
"Η θέωση του ανθρώπου", Αικατερίνης Διαμαντοπούλου,PhD Φιλοσοφίας
Ο Θεόφιλος Αντιοχείας φαίνεται ότι χρησιμοποίησε πρώτος τον όρο θέωση, αλλά περιορίζοντας τη σημασία του σ' αυτή της αθανασίας[1]. Εξάλλου, ο άγιος Ειρηναίος συσχέτισε την έννοια τής θέωσης με την ενσάρκωση του Λόγου[2]. Ίσως ο πιο αναγνωρισμένος όρος για τη θέωση προέρχεται απ’ τον Μέγα Αθανάσιο[3]. Στην καππαδοκική θεολογία κανένας χριστιανός Θεολόγος πριν τον άγιο Γρηγόριο δεν χρησιμοποίησε τον όρο θέωση με τόση επιμονή και συχνότητα· τελολογικά, την πήγε πέρα απ’ τους προκατόχους του. Δεν υπάρχει κανένα τμήμα στη γραπτή παραγωγή τού Γρηγορίου είτε θεολογικό, είτε χριστολογικό, είτε σωτηριολογικό, είτε διαλογικό, είτε ποιμαντικό ή ασκητικό, στο οποίο αυτή η διαρκής έγνοια για τη θέωση να μην αποτελεί το κυρίαρχο μοτίβο. Η θέωση, γι’ αυτόν, δεν είναι ένας όρος, που μπορεί να ερμηνευθεί μέσω μιας καταφυγής σε μη χριστιανικούς παραλληλισμούς (ειδωλολατρία, λατρευτική αποθέωση, πολυθεϊσμό ή πανθεϊσμό). Για το Γρηγόριο, η θέωση συνιστά μια σχέση μεταξύ Θεού και δημιουργίας. Η θέωση είναι ο σκοπός, προς τον οποίο όλη η δημιουργία κατευθύνεται[4].
Η Σοφία κατέστησε τον άνθρωπο ικανό να προαχθεί σταδιακά, να ανορθωθεί και τελικά να θεωθεί, ενεργώντας ως εντολοδόχος στην υπηρεσία τού Θεού και της Χάρης Του. Ο Γρηγόριος Νύσσης εννοεί τη θέωση ως τον ύπατο βαθμό κατά Χάρη ένωσης του ανθρώπου με τον Θεό. Με τη θέωση η ανθρώπινη φύση βρίσκεται σε πλήρη κοινωνία και αλληλοπεριχώρηση με τη Θεία[5]. Πάντοτε ο Άγιος υποστήριζε την ποιοτική διαφορά μεταξύ δημιουργήματος και δημιουργού. Οι Browne και Swallow, σχολιάζοντας τον Γρηγόριο, παρατηρούν ότι η θέωση είναι μια πολύ ισχυρή έκφραση, που εξάγει την πραγματικότητα και την οικειότητα της ένωσης του Χριστιανού με τον Χριστό ως αποτέλεσμα της αγιοποιητικής Χάρης, με την οποία όλοι οι βαπτισμένοι καθίστανται συμ-μέτοχοι της Θείας φύσης[6]. Θέωση, σε τελευταία ανάλυση, σημαίνει υιοθεσία απ’ τον Θεό[7].
Η χριστιανική θέωση είναι εφικτή λόγω τής Θ. Ενανθρώπησης. Ο Θεός κατά την Οικονομία τής σωτηρίας ενήργησε εκ μέρους μας και η δημιουργηθείσα δυνατότητά μας για θέωση έχει αποκατασταθεί «ἐν Χριστῷ»[8]. Σε πολλά σημεία από το όλο έργο τού αγίου Γρηγορίου μαρτυρείται ότι η Ενανθρώπηση του Υιού τού Θεού ήταν το μέσο με το οποίο επιτεύχθηκε η θεραπεία τής ανθρωπότητας[9]. Μόνο όταν ο Θεός κατεβαίνει, μπορούμε εμείς να ανεβούμε! Μόνο όταν ο Θεός λάμπει, μπορούμε να Τον δούμε! Μόνο όταν ο Θεός αποκαλύπτεται, μπορούμε να Τον γνωρίσουμε! Και οι τρεις αυτές μεταφορές χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν την πεποίθηση ότι δημιουργηθήκαμε για να είμαστε με τον Θεό και να μετάσχουμε της τριαδικής Του Βασιλείας[10]. Για το Γρηγόριο, το σώμα θεώνεται, όταν ο Λόγος τού Θεού σαρκώνεται. Τα κατάλληλα για το Λόγο έργα πραγματοποιούνται μέσω τού σώματος. Η σάρκα θεώθηκε με το να υπηρετεί τα έργα τού Θεού, αφού η ανθρώπινη φύση τού Χριστού ήταν αναμάρτητη[11]. Η ενσάρκωση επιτέλεσε μια θέωση της ανθρώπινης φύσης, πνευματική και φυσική, και είναι αυτή η θέωση, που γίνεται για τη σωτηρία μας, διότι η ενσάρκωση έπρεπε να περιλάβει την αξίωση του Θεού για την ανθρώπινη φύση στη φυσική και την πνευματική της ολότητα. Η θέωση της ανθρώπινης φύσης τού Χριστού δεν συνιστά εξαφάνιση της οντότητάς του ή ολική απορρόφηση από την ανώτερη φύση ή, ακόμα, ένα είδος μεταφυσικής επιβεβαίωσης. Κανένα στοιχείο της ανθρώπινης φύσης τού Χριστού δεν μπορεί να αντιταχθεί στο Θείο, καθώς η φύση αυτή ως ολότητα είναι θεοποιημένη. Ο Χριστός έχει δυο τέλειες φύσεις. Έχει πνεύμα και σάρκα. Το Θείον θεοποίησε και το ανθρώπινο θεοποιήθηκε. Κατά τον άγιο Γρηγόριο, το σώμα τού Χριστού έγινε Θεὸς «τῇ θεώσει»[12]. Σε αυτή την προοπτική και μόνο μπορεί να ειπωθεί ότι ο Γρηγόριος γίνεται υπέρμαχος της άποψης, που συνδέει τη σωτηρία με την ενσάρκωση[13].
Στην κατάσταση της θέωσης, όπως άλλωστε και σε όλα τα πνευματικά στάδια, συμμετέχει ο όλος άνθρωπος. Η θέωση ως μια αντανάκλαση του Θείου Αρχέτυπου δεν αποτελεί μόνο ένα νοητικό φαινόμενο. Η ενασχόλησή μας και η πορεία μας προς τη θέωση, δεν υφίσταται χωρίς την ψυχοσωματική μας υπόσταση: «Ολόκληρη η ύπαρξη υγιαίνει, όταν οι έξεις και οι λειτουργίες είναι θεοειδείς. Τότε η κατάσταση είναι ή τείνει ανάλογα με το στάδιο της τελείωσης, να γίνει φυσιολογική. Δεν απαιτείται καμιά δραπέτευση του νου από τη φυλακή του σώματος. Η υπερ νουν γνώση και κατάσταση δεν είναι έκσταση αλλά φωτισμός και κατά φύση ευστάθεια αυτής της φυσιολογίας»[14].
Τέλος, η θέωση για το Γρηγόριο συνιστά μια δυναμική πορεία, μια διαρκή και αδιάλειπτη ανάπτυξη, και όχι ένα στατικό ή τετελεσμένο γεγονός. Η θέωση είναι περιγραφική μιας ανθρώπινης κατάστασης, αλλά μιας κατάστασης, που προκαλεί παροδικές οριοθετήσεις. Δεν υπάρχει κανένα «νῦν» στη σύλληψη της Γρηγοριανής θέωσης, καθώς, ως πορεία ανάπτυξης, εισάγεται στο παρελθόν, τελειοποιείται στο μέλλον και διαμορφώνεται τόσο από το παρελθόν όσο και από το μέλλον μέσα στο παρόν. Για το λόγο αυτό, η θέωση δεν μπορεί να ορισθεί ως το ακριβές ισοδύναμο της σωτηρίας· η πρώτη έχει τις ρίζες της στο δημιουργικό παρελθόν, ενώ η δεύτερη στο αναδημιουργημένο παρελθόν. Έτσι, η θέωση εκλαμβάνεται ως η ανθρώπινη ανταπόκριση και μετοχή «κατὰ Χάριν» στη Θεία Ενανθρώπηση. Μάλιστα δέ, μέσα στη σκέψη τού Γρηγορίου μπορούμε να δούμε στη θέωση την ύστατη σημασία και τον έσχατο σκοπό τής παρούσας ζωής τού Χριστιανού, στον οποίο αυτή κατευθύνεται[15].
[3] Μέγας Αθανάσιος, Λόγος περί της ενανθρωπήσεως του Λόγου, και της δια σώματος προς ημάς επιφανείας αυτού P.G 25,96: «αὐτὸς γὰρ ἐνηνθρώπησε, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν».
[4] H. A. Wolfson, The philosophy of the Church Fathers, Cambridge 1964, σ. 51-55.
[6] Georg Florofsky, Οι Ανατολικοί Πατέρες τού 4ου αιώνα, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 243 και εξ.
[8] Γεν. 3, 16: «Πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας του καὶ τὸν στεναγμόν του, ἐν λύπαις τέξη τέκνα», Ψαλμ. 6, 2: «Ἐν ἱδρώτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν γῆν ἐξ ἧς ἐλήφθης». Πρβλ. Γεν. 3, 19.
[9] π. Γ. Φλορόφσκυ, Δημιουργία και απολύτρωση , σ. 101, 102.
[11] Πρβλ. Edwar Caird, Die Entwickluhg der Theilogie ih der griechischen philosophie Max Niemeyer, Halle 1909.
[12] Γρηγορίου Νύσσης, Περί κατασκευής ανθρώπου, P.G 44 ,KA Ότι η ανάστασις ού τοσούτον εκ του κηρύγματος του γραφικού όσον εξ αυτής της ανάγκης των πραγμάτων ακολούθως ελπίζεται.
[13] F. D. Chadwick, Early Christian through and the classical tradition, New York 1966, p. 92.
[14] Ν. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία, τόμος Β’, σ. 505.
[15] H. Chardwick, Early Christian Thought and the Classical Tradition, New York 1966, σ. 78.
Πηγή υλικού
Αικατερίνη Κ. Διαμαντοπούλου, Πλάτων και Καππαδόκες πατέρες. Περί σώματος: Συγκριτική θεώρηση, Αθήνα 2007
Επιλογή υλικού
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων
|
|
|
|
|
|