Ο ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ κ.κ. ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΠΡΟΕΑΡΧΕΙ ΤΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΑΦ' ΕΣΠΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΝ ΠΡΩΪΑΝ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΑΝΙΕΡΟΝ ΝΑΟΝ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ
Γρηγοριανόν (28-9-2009) / Ιουλιανόν (14-9-2009).
Συμφώνως προς τας ευαγγελικάς διηγήσεις, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός «ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη» (Πραξ. 8,33) δια την σωτηρίαν ημών. Από του Πραιτωρίου δια της οδού του μαρτυρίου ωδηγήθη «εις τον Γολγοθάν, ο εστιν Κρανίου τόπος λεγόμενος»(Ματθ. 27,33), «έξω της πύλης» (Εβρ. 13,12) και εκεί εσταυρώθη, εκεί ετάφη εις καινόν μνημείον, (Ματθ. 27,60), εξ ου τριήμερος ανέστη.
Ο τόπος ούτος του μαρτυρίου και της ταφής και Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού παρέμενε κατεχωσμένος με χώματα και καλυμμένος με είδωλα μέχρι και το 326 μ.Χ. Το έτος τούτο ήλθεν εις την Αγίαν Πόλιν η Αγία Ελένη, απεσταλμένη του υιού αυτής Κωνσταντίνου του Μεγάλου, τον οποίον είχεν ενημερώσει δια την κατάστασιν των προσκυνημάτων ο εκπρόσωπος της Εκκλησίας Ιεροσολύμων Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εν έτος προηγουμένως εις την Α' εν Νικαία Οικουμενικήν Σύνοδον.
Η Αγία Ελένη, οδηγουμένη υπό των χριστιανών των Ιεροσολύμων, ενετόπισε τον τόπον του Γολγοθά και του Τάφου του Κυρίου, εύρε τον Τίμιον Σταυρόν και ήρχισε το έργον της ανοικοδομήσεως μεγαλοπρεπούς ναού επ' αυτών.
Το θαυμαστόν τούτο έργον διήρκεσε μίαν δεκαετίαν, 326-336 μ.Χ. Άμα τη περατώσει τούτου, ο Μέγας Κωνσταντίνος εκάλεσε τους εν Τύρω της Σιδώνος συνελθόντας Επισκόπους και πολλούς άλλους εκ πολλών περιοχών και ετέλεσαν τα εγκαίνια του Ναού.
Διαρκούσης της τελετής των Εγκαινίων, ο συρρεύσας λαός ηθέλησε να ιδή τον Σταυρόν του Κυρίου. Τούτον, λόγω του πλήθους, «ανύψωσαν», «ύψωσαν» ο Αρχιεπίσκοπος της Εκκλησίας Ιεροσολύμων Μακάριος μετά της Αγίας Ελένης. Ότε ο λαός ητένισε τον Σταυρόν, ανεφώνησε το «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον........».
Τα άπαξ τελεσθέντα τότε γεγονότα ταύτα διηυθέτησεν η Εκκλησία, ίνα εορτάζωνται κατ' έτος. Το μεν γεγονός των Εγκαινίων την 13ην μηνός Σεπτεμβρίου, το δε γεγονός της Υψώσεως την 14ην Σεπτεμβρίου εκάστου έτους. Την εορτήν ταύτην της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού εώρτασε και εφέτος συμφώνως προς το Τυπικόν αυτής η Σιωνίτις Εκκλησία.
Αφ' εσπέρας μετά την ανάγνωσιν της Θ' ώρας εις το Μοναστηριακόν Ναόν των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, εγένετο από της θύρας του Κεντρικού Μοναστηρίου επίσημος κάθοδος των Αγιοταφιτών εις τον Πανίερον Ναόν της Αναστάσεως.
Άμα τη εισόδω εις τον Ναόν, εγένετο η προσκύνησις εις το προσκύνημα της Αποκαθηλώσεως και του Παναγίου Τάφου, εν συνεχεία δε ο Εσπερινός μετ' αρτοκλασίας εις το Καθολικόν, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, των Αρχιερέων και των Ιερέων εισερχομένων εντός του ιερού Βήματος και των Συνοδικών προσκυνούντων εις τον Φρικτόν Γολγοθάν.
Την νύκτα της εορτής εγένετο η ακολουθία του Όρθρου, η τελετή της Υψώσεως και η θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος του ηγουμένου του Ναού της Αναστάσεως Παρασκευοφύλακος Αρχιμανδρίτου π. Ισιδώρου.
Την 7.00' π.μ. της πρωΐας της εορτής εγένετο και πάλιν επίσημος κάθοδος εις τον Πανίερον Ναόν της Αναστάσεως. Των σημάντρων κρουσθέντων και του Πατριάρχου και των Αρχιερέων ενδυθέντων, έλαβε χώραν κατανυκτική και μεγαλοπρεπής θ. Λειτουργία, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου, συλλειτουργούντων των Αρχιερέων του Θρόνου, του εξ Ελλάδος παρεπιδημούντος Μητροπολίτου Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ. Προκοπίου, του εκ του Πατριαρχείου της Σερβίας Επισκόπου Banat Νικάνορος, πολλών ιερομονάχων και ιερέων και συμμετεχόντων εν βαθεία κατανύξει πολλών προσκυνητών, διαφόρων μεν εθνικοτήτων, μιας δε πίστεως και ομολογίας, της Ορθοδόξου, ενός δε σώματος, του σώματος της Εκκλησίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Μετά την απόλυσιν της θ. Λειτουργίας, ήρξατο η τελετή της Υψώσεως από των βαθμίδων του Καθολικού δια λιτανείας πρώτον, του Μακαριωτάτου ευλογούντος την Αγίαν Είσοδον.
Η λιτανεία από του Ομφαλού της Γης εν τω κέντρω του Καθολικού εξελθούσα, διελθούσα προ του Κουβουκλίου του Αγίου Τάφου, της Αγίας Αποκαθηλώσεως, προ του παρεκκλησίου του Αδάμ, και του παρεκκλησίου του Ακανθίνου Στεφάνου κατήλθεν εις τον τόπον της Ευρέσεως του Τιμίου Σταυρού, ένθα έλαβε χώραν η υπό του Μακαριωτάτου ύψωσις του Τιμίου Σταυρού προς τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος, συμφώνως τω Τυπικώ.
Ακολούθως η λιτανεία ανελθούσα, διήλθε προ του παρεκκλησίου του «Διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου εαυτοίς», του παρεκκλησίου του Αγίου Λογγίνου του Εκατοντάρχου, του Επτακαμάρου του «Μη μου άπτου», περιεστράφη τρις πέριξ του Αγίου Κουβουκλίου και πάλιν δια της Αποκαθηλώσεως, ανήλθε τας βαθμίδας του Γολγοθά, επί της Αγίας Τραπέζης του οποίου εστήθη ο μετά των κλάδων βασιλικών Τίμιος Σταυρός. Τούτον έλαβε και ύψωσε προς τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος κατά την εν τω Τυπικώ τάξιν η Α.Θ.Μ. ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος. Μετά ταύτα ο Μακαριώτατος και οι Αρχιερείς προσεκύνησαν την κάτωθι της Αγίας Τραπέζης βάσιν του Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και τον επί της Αγίας Τραπέζης υψωθέντα Σταυρόν του Κυρίου. Οι πιστοί ωσαύτως προσερχόμενοι προσεκύνησαν και έλαβον τους βασιλικούς τους κοσμήσαντας τον Τίμιον Σταυρόν δι' αγιασμόν ψυχών και σωμάτων, άρτων, κτημάτων και οικημάτων.
Εν τέλει πάντες, ο Μακαριώτατος και η συνοδεία Αυτού και οι πλείστοι των προσκυνητών, ανήλθον εις την αίθουσαν του Θρόνου. Εις αυτήν, προσφωνών ο Μακαριώτατος, είπε τα εξής:
«Ιερώτατε Μητροπολίτα Φιλίππων Νεαπόλεως και Θάσου κ. Προκόπιε,
Εκλαμπρότατε Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος,
Σεβαστοί Πατέρες και εν Χριστώ αδελφοί,
Μέλη τίμια της του Κυρίου ημών Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας
και του Τάγματος των Σπουδαίων,
Ευλαβείς Προσκυνηταί,
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά της Ημών Μετριότητος,
Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε και εξαιρέτως αγαλλιάσθε σήμερον εν τη ιερά και μεγάλη πανηγύρει της παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, εορτής αρρήκτως συνδεδεμένης μετά της Αγίας Γης και της Ιεράς και Σεπτής ημών Αγιοταφιτικής Αδελφότητος,
«Εμοί δε», λέγει ο Απόστολος Παύλος, «μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι' ου εμοί κόσμος εσταύρωται, καγώ τω κόσμω (Γαλ. 6,14)». Με άλλα λόγια: Μη γένοιτό ποτε εγώ να καυχηθώ δια τίποτε άλλο παρά δια το ότι δι' εμέ έλαβε δούλου μορφήν και εσταυρώθη δια την σωτηρίαν μου ο Ιησούς Χριστός. Μόνον καύχημά μου είναι του Κυρίου ο σταυρικός θάνατος, δια της πίστεως δε εις τον θάνατον αυτόν έχει νεκρωθή και έχει χάσει την δύναμίν του ως προς εμέ ο κόσμος. Αλλά και εγώ έχω νεκρωθή ως προς τον κόσμον.
Δια των Παυλείων τούτων λόγων, διατυπώνεται κατά τον πλέον ακριβή και εναργέστατον τρόπον ο λόγος και η σημασία του Τιμίου Σταυρού τόσον δια την του Χριστού Αγίαν Εκκλησίαν και τα πιστά μέλη αυτής, όσον και δια τον κόσμον.
Και δια μεν την Εκκλησίαν και τα πιστά μέλη αυτής ο Σταυρός αποτελεί καύχημα. Δια δε τον κόσμον τον αρνούμενον τον Εσταυρωμένον αποτελεί μωρίαν και σκάνδαλον. «Ημείς», λέγει ο μέγας Παύλος, «κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν», και προσθέτει ο Απόστολος Παύλος λέγων: «αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Έλλησι, Χριστού Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν» (Α' Κορ. Α', 23-24).
Αυτήν ακριβώς την του εσταυρωμένου Χριστού δύναμιν και σοφίαν προβάλλει η Αγία ημών Εκκλησία δια της σημερινής εορτίου και ευχαριστιακής συνάξεως της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού επί αυτού τούτου του τόπου του Γολγοθά, δηλονότι της Σταυρώσεως του Χριστού. Τιμάται δε ιδιαζόντως ο Τίμιος Σταυρός, διότι εγένετο το αίτιον, η αφορμή, της των πάντων θεώσεως, πολλώ δε μάλλον ημών.
«Αγάλλου ουρανέ», ψάλλει ο υμνωδός, «και η γη ευφραινέσθω, ο πανάγιος Σταυρός προέρχεται, ημάς αγιάζων εν Χάριτι, τούτον κατασπαζομένους ως πηγήν αγιάσματος και της πάντων (ημών των ανθρώπων) θεώσεως».
Της διακονίας του Τιμίου Σταυρού, του αιτίου της των πάντων θεώσεως, αξιωθέντες και Ημείς, οι της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος ελέω Θεού ηγούμενοι, ευχόμεθα όπως η αγιαστική χάρις και δύναμις αυτού ενδυναμώνη, φωτίζη και προστατεύη πάντας τους πιστώς προσκυνούντας Αυτόν.
Προσέτι δε ευχόμεθα όπως η νικητήριος δύναμις του Σταυρού, η καταργήσασα την έχθραν μεταξύ των ουρανίων και επιγείων, καταργήση και την έχθραν μεταξύ των ανθρώπων και των λαών δια της επικρατήσεως της συνδιαλλαγής και της ειρήνης επί της γης και μάλιστα της Αγίας Γης. Αμήν».
Την προτεραίαν της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, εωρτάσθη και η μνήμη του εγκαινίων του Ναού της Αναστάσεως εις το Καθολικόν του Ναού της Αναστάσεως δια θ. Λειτουργίας, της οποίας προεξήρξεν ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίνης κ. Αρίσταρχος.
Την ημέραν της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίνης κ. Αρίσταρχος προεξήρξε θ. Λειτουργίας μετά της ακολουθίας της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού εις την Ελληνορθόδοξον Αραβόφωνον Κοινότητα Ραμάλλας, εις την οποίαν προϊστάμενος είναι ο Πατριαρχικός Επίτροπος Αρχιμανδρίτης Γαλακτίων, ο οποίος και εκήρυξε τον θείον Λόγον περί του Σταυρού εις τους πληρώσαντας τον οίκον του Θεού πιστούς.
Το εσπέρας της ιδίας ημέρας εγένετο περιφορά του Τιμίου Ξύλου του Σταυρού, ληφθέντος εκ του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως, εις την παρακειμένην τη Ραμάλλα πόλιν Μπιρζέτ, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου. Η συμμετοχή των χριστιανών ανεξαρτήτως δόγματος ήτο συγκινητική και ενδεικτική της ευλαβειας αυτών προς τον Τίμιον Σταυρόν του Κυρίου.
Εκ της Αρχιγραμματείας