Κυριακή, 20 Απρ, 2025
ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ, Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ. Θεοδώρου Τριχινά του οσίου, Αθανασίου του των Μετεώρων, Ιωάννου, Ιωάσαφ, Ζακχαίου αποστόλου.

Ο Μέγας Βασίλειος

Η Μοναστηριακή εκπαίδευση κατά το Μέγα Βασίλειο


Ο Μέγας Βασίλειος κατέχει περίλαμπρη θέση ανάμεσα στις πνευματικές μορφές της Εκκλησίας μας. Υπήρξε μια πολυσύνθετη προσωπικότητα, προικισμένη με ένα σύνολο χριστιανικών αρετών, ισχυρή διάνοια και βούληση. Με συνεχή πνευματική άσκηση ανελίχτηκε σε μια θεολογική, ποιμαντική, ασκητική, κοινωνική και παιδαγωγική μορφή της Εκκλησίας. Στο πρόσωπό του συντίθενται το ιδεώδες του χριστιανού ποιμένα και ηγέτη, του προασπιστή και στύλου της Ορθοδοξίας.   

Οι παιδαγωγικές ιδέες του διαπνέονται από βαθειά πίστη προς το Θεό και την απέραντη αγάπη του προς τον άνθρωπο, ως δημιουργήματος του Θεού. Από το πλήθος των έργων του μεγάλου πατέρα της Εκκλησίας μας χαρακτηρίζονται κυρίως ως παιδαγωγικά  μόνο τρία: Ο «Προς τους νέους, όπως αν εξ Ελληνικών ωφελοίντο λόγων» λόγος του, η ομιλία του «Εις την αρχήν των Παροιμιών»  και το ασκητικό έργο του «Όροι κατά πλάτος».   

Το ασκητικό του έργο «Όροι κατά πλάτος», καθώς και το έργο του «Όροι κατ’επιτομήν» διανθίζονται  από παιδαγωγικές σκέψεις και ιδέες σχετικά με την πνευματική καλλιέργεια των κοινοβιούντων μοναχών, τη Χριστοκεντρική παιδεία των μαθητών των μοναστηριακών σχολείων, την επίβλεψη και αγωγή των παιδιών (αγοριών και κοριτσιών) των προσαρτημένων στα μοναστήρια ορφανοτροφείων, καθώς και την πνευματική ανόρθωση των κατοίκων που βρίσκονταν κοντά στα Μοναστήρια.   

Πολλά παιδιά απροστάτευτα, ορφανά ή μέλη οικογενειών που ζούσαν σε συνθήκες εξαθλίωσης αναζητούσαν θαλπωρή, προστασία και ασφάλεια στα Μοναστήρια, τα οποία παρείχαν καθαρά χριστιανική παιδεία, στοργή και αγάπη. Η ανάγκη αγωγής και διδακτικής ευθύνης προς τα παιδιά αυτά δημιούργησε το νέο τύπο χριστιανικών σχολείων, τα οποία ονομάστηκαν Μοναστηριακά σχολεία, που παρείχαν κατώτερη ή στοιχειώδη εκπαίδευση. Τα μαθήματα ήταν περισσότερα και η διάρκεια των σπουδών πιο εκτεταμένη από τα εθνικά σχολεία. Οι μαθητές μάθαιναν κάποιο επάγγελμα και η εκπαίδευση παρεχόταν χωρίς την καταβολή διδάκτρων.

Οι παιδαγωγικές διατριβές του Μεγάλου Βασιλείου και του Χρυσοστόμου λειτούργησαν ως σημεία αναφοράς της εν γένει εκπαιδευτικής δραστηριότητας των Μοναστηριακών σχολείων. Υπάρχουν πολλά παραγγέλματα, κανόνες και παιδαγωγικά αξιώματα του Μεγάλου Βασιλείου που εφαρμόστηκαν κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Μοναδική πηγή πληροφόρησης για την οργάνωση και τον τρόπο ζωής των μαθητών αποτελούν τα γραπτά του Μεγάλου Βασιλείου.

Οι μαθητές ζούσαν, τρέφονταν και εκπαιδεύονταν χωριστά από την αδελφότητα των Μοναχών. Στα Μοναστήρια είχαν προσαρτηθεί ορφανοτροφεία, που λειτουργούσαν κάτω από την επίβλεψη των Μοναχών, στα οποία διέμεναν παιδιά και των δύο φύλων, σε ξεχωριστά κτίρια. Η εκπαίδευση των παιδιών των ορφανοτροφείων γινόταν με την καθοδήγηση του Μεγάλου Βασιλείου, ο οποίος είχε θέσει τις αρχές που έπρεπε να ακολουθούνται, τόσο για τα διδασκόμενα μαθήματα, όσο και για τη μέθοδο διδασκαλίας, την παιδονομία, τις δραστηριότητες μέσα στην τάξη και τους στόχους που έπρεπε να προσπαθούν να πετύχουν οι μοναχοί-δάσκαλοι.

Κύριο παιδαγωγικό μέσο ήταν η πειθαρχία και μάλιστα πιο αυστηρού βαθμού από την αντίστοιχη των εθνικών σχολείων. Σε αυτό συντελούσε ο ασκητικός χαρακτήρας της μοναστηριακής ζωής. Για την επιβολή της πειθαρχίας, η τιμωρία θεωρείτο αναγκαία, επειδή αποτελεί φάρμακο της ψυχής, σύμφωνα με το Μέγα Βασίλειο. Όμως οι δάσκαλοι δεν έπρεπε να σπεύδουν στην επιβολή ποινής, χωρίς να προβούν προηγουμένως στην εξέταση των κινήτρων του παραπτώματος. Η επιβολή ποινής ανάλογης του μεγέθους της παράβασης ήταν επιτακτική, ενώ η ευκαιρία για αυτοδιόρθωση των τιμωρούμενων μαθητών ήταν ένα από τα αναγνωριζόμενα δικαιώματά τους.

Οι μοναχοί δάσκαλοι επιλέγονταν ανάμεσα από τους πιο έμπειρους, ευσεβείς και ηλικιωμένους της μοναστικής κοινότητας, ενώ οι μαθητές είχαν τη δυνατότητα να υποβάλλουν τις ερωτήσεις τους στους δασκάλους με πειθαρχία και σεβασμό.

Δύο ήταν οι άξονες αγωγής κατά το Μέγα Βασίλειο. Ο Θεοκεντρικός, που προσβλέπει και υπηρετεί τη μέλλουσα κατάσταση με όργανο τη χριστιανική παιδεία και ο Κοσμοκεντρικός, που υπηρετεί την παρούσα ζωή με όργανο την κοσμική παιδεία. Στην εξελικτική τους πορεία οι δύο μορφές παιδείας συνυφαίνονται, με στόχο την υπηρεσία του λειτουργικού συμφέροντος των νέων, δηλαδή την ενίσχυση της προσπάθειας για θέωση. Ο σκοπός της αγωγής έχει ως σημείο αναφοράς την κατ’ εικόνα και ομοίωση Θεού δημιουργία του ανθρώπου. Η πορεία επομένως της χριστιανικής παιδείας οδηγεί στην τελείωση, αγιότητα και θέωση.

Ο θεοκεντρικός άξονας υπαγορεύει μια πορεία διαρκούς πνευματικής ασκήσεως, αγιότητας, θεώσεως και  αληθογνωσίας, που αποτελούν δωρεά της Χάρης του Θεού. Η πορεία προς την τελείωση προϋποθέτει τη νηστεία, την αγρυπνία σε συνδυασμό με τη μελέτη του νόμου του Θεού, την Ψαλμωδία, την προσευχή και τη γενική εφαρμογή των εντολών του Θεού. Κορωνίδα αυτής της κατάστασης είναι η πλήρης και ανιδιοτελής αγάπη, η οποία κινείται σε δύο άξονες, στον κάθετο, δηλαδή στην ενότητα με το Θεό και στον οριζόντιο, δηλαδή στην εσωτερική ψυχική ενότητα με τους ανθρώπους.

Κατά το Μέγα Βασίλειο, εγγενές στοιχείο της παιδείας των μοναστηριακών σχολείων, είναι η ισορροπία σώματος και ψυχής, η απαλλαγή της διάνοιας από εσωτερικά και εξωτερικά εμπόδια, η μελέτη του θελήματος του Θεού και η πειθαρχημένη εσωτερική πνευματική άσκηση, της οποίας καρπός είναι η ταπεινοφροσύνη, που ισούται με την αγάπη. Αυτή η αταλάντευτη πορεία, σε συνδυασμό με  τη μίμηση Χριστού, την υπακοή και την άρνηση του τρόπου ζωής του κόσμου αυτού, εξασφαλίζουν τη θέωση. 

Ενώ ο Θεοκεντρικός άξονας της αγωγής υπηρετούσε τους μακροπρόθεσμους στόχους του μέλλοντος Μοναχού, ο κοσμοκεντρικός κάλυπτε τους βραχυπρόθεσμους στόχους του επίγειου πολίτη. Η απόκτηση της «θύραθεν» σοφίας και  η καλλιέργεια και απόκτηση δεξιοτήτων, επιδιώκονται και επιτυγχάνονται μέσα από τα σχολικά προγράμματα και τις εν γένει εκπαιδευτικές δραστηριότητες.  Το πρόγραμμα του Μοναστηριακού σχολείου ήταν παρόμοιο με το αντίστοιχο του Εθνικού, εδώ όμως οι πηγές του γλωσσικού υλικού ήταν η Βίβλος και τα πατερικά κείμενα και όχι η ελληνική λογοτεχνία και μυθολογία. Τα έτη σπουδών ήταν περισσότερα από τα αντίστοιχα του Εθνικού σχολείου, συνεπώς και τα διδασκόμενα μαθήματα.

Εκτός από τα βασικά μαθήματα της ανάγνωσης, γραφής και μαθηματικών, η μουσική αγωγή καλλιεργούνταν συστηματικά, με τη μορφή ψαλμών και ύμνων και παράλληλη εκμάθηση πολλές φορές μουσικού οργάνου. Επίσης η αστρονομία αποτελούσε μέρος του προγράμματος μαθημάτων, λόγω της υψηλής παιδαγωγικής αξίας και πρακτικής χρησιμότητας που τη διακρίνει. Η μελέτη της Αγίας Γραφής αποτελούσε βασικό μέρος του σχολικού προγράμματος και βραβεύονταν επιμελείς και ταχείς στην απομνημόνευσή της μαθητές. Επίσης διδασκόταν το μάθημα της φυσικής ιστορίας, το οποίο είχε μεγάλη παιδευτική αξία.   

Τα τεχνικά μαθήματα εισέρχονται για πρώτη φορά στα σχολικά προγράμματα με την εφαρμογή τους στα Μοναστηριακά σχολεία.  Το μάθημα της χειροτεχνίας υπηρετούσε παιδευτικούς και πρακτικούς σκοπούς, με πρώτιστο την ηθική ανάπτυξη του νέου. Οικοδομική, υφαντική, γεωργία, ξυλουργική, κατασκευή δερμάτινων ειδών και μεταλλουργία είναι επαγγέλματα κοινωνικών προδιαγραφών. Κάθε μαθητής ήταν υποχρεωμένος να εκμάθει μια τέχνη.

Όλες οι αρετές, όπως η φιλανθρωπία, η υπακοή, η ακτημοσύνη, κλπ. δεν έπρεπε να κοσμούν μόνο το μοναχό, αλλά και τα παιδιά των μοναστηριακών σχολείων, τα οποία προπαρασκευάζονταν για να γίνουν μοναχοί. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο η εκπαίδευσή τους ήταν μονόπλευρη, με αποκλεισμό σχεδόν πάντοτε των μαθημάτων της «θύραθεν» παιδείας και την υποκατάστασή τους από λόγια των Γραφών. Τη «θύραθεν» σοφία την αφήνει ο Μέγας Βασίλειος στα κοσμικά σχολεία, όπου πράγματι η επίδραση των ελληνικών γραμμάτων ήταν μεγάλη.

Ως προς την ευσέβεια και την ανατροφή ο Βασίλειος διδάσκει ότι τα ιερά γράμματα μαθαίνονται από βρεφική ηλικία και ότι τα παιδιά πρέπει να ανατρέφονται «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», ενώ η ευσέβεια πρέπει να είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της συμπεριφοράς τους. Η αγωγή των παιδιών των ορφανοτροφείων είναι αποκλειστικά και μόνο χριστιανική, με κυρίαρχο μέσο διδασκαλίας τα λόγια των Γραφών, αποκλειομένων σχεδόν πάντοτε μαθημάτων της «θύραθεν» παιδείας. 

Η προσφορά των σχολείων αυτών στην κοινωνία υπήρξε σπουδαία, καθώς μετά το τέλος των σπουδών σε αυτά, πολλά παιδιά εντάσσονταν στο κοινωνικό σύνολο γεμάτα με πνευματικά και ψυχικά εφόδια, αλλά και τεχνικές δεξιὀτητες, αφού όλα ανεξαιρέτως ήταν γνώστες και μιας τέχνης, ενώ άλλα παιδιά παρέμειναν στα Μοναστήρια ως Μοναχοί. Αναμφισβήτητα τα παιδιά που προέρχονταν από τα Μοναστηριακά σχολεία λειτουργούσαν στην κοινωνία ως πρότυπα χριστιανικών πολιτών, κάτι στο οποίο ο Μέγας Βασίλειος συνετέλεσε τα μέγιστα.

 

 Πηγή υλικού

Δρ. Θ. Νικολάου Ζέρβη, Παιδαγωγού, Θεολόγου, Οικονομολόγου, Τα παιδαγωγικά έργα του Μεγάλου Βασιλείου, Έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίου Γερασίμου Ιορδανίτου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, σελ. 49-58

 

Επιλογή υλικού 

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου

Θεολόγος ΜΑ - Φιλόλογος PhD Φιλοσοφίας



Print-icon 




Πνευματικά δικαιώματα 2009-2013 © «Ρωμηοσύνη»
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή του υλικού του ιστοχώρου με προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή: «Ρωμηοσύνη» www.romiosini.org.gr

:: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων :: Ειδήσεις εκ του Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων :: Σχετικά :: Τελευταία νέα :: Τρέχοντα Προγράμματα :: Ιστορικό Αρχείο της Μ.Κ.Ο. "Ρωμηοσύνη" ::


Login-iconLogin  ForgottenPassword-iconΥπενθύμιση κωδικού 

Αυτή τη στιγμή διαβάζουν την ιστοσελίδα μας 146 επισκέπτες.