Παρασκευή, 26 Απρ, 2024
Βασιλέως ιερομάρτυρος, επισκόπου Αμασείας, Γλαφύρας, Ιούστας και Νέστορος των οσίων.

Άποψη του Ιερού Ναού των Αρχαγγέλων στην Ιόππη κατά την αναστήλωσή του

Συμπεράσματα της μελέτης «Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως Ιεροσολύμων – το έργο του Κάλφα Κομνηνού 1808-1810»


Η προσπάθεια της μελέτης «Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως Ιεροσολύμων – το έργο του Κάλφα Κομνηνού 1808-1810» είναι να φωτιστούν και να διερευνηθούν, σε πρώτη φάση, περισσότερο οι σκοτεινές πτυχές του έργου του Κομνηνού όχι μόνο στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη. Η μελλοντική όμως προοπτική της μελέτης αυτής είναι να επεκταθεί ακόμα περισσότερο, ώστε να συμπεριλάβει και να ερευνήσει το χώρο που περιορίζεται από τη γεωπολιτιστική περίμετρο της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μέσα στα εκτενή αυτά όρια ο Κομνηνός, με την ιδιότητα του βασιλικού αρχιτέκτονα, είχε κατορθώσει να καλλιεργήσει και να αναπτύξει το πολύπλευρο καλλιτεχνικό του ταλέντο, το οποίο, όπως έχει αποδειχτεί, αντικατοπτρίζει όχι μόνο τις ικανότητές του σαν αρχιτέκτονα, αλλά και την άλλη διάσταση των ικανοτήτων του που επικεντρώνεται στην επιτυχή εκτέλεση λιμενικών, στρατιωτικών, αναστηλωτικών, τοπογραφικών και γενικά εξειδικευμένων οικοδομικών έργων. Τα έργα αυτά του Κομνηνού δεν πρέπει να λησμονείται ότι έχουν  εκτελεσθεί σε μια χρονική περίοδο (τέλος 18ου, αρχές 19ου αι.) που έχει να επιδείξει εξαιρετικά, αν όχι αριστουργηματικά έργα, επηρεασμένα από τους δυτικούς ιστορικούς ρυθμούς και τον οθωμανολεβαντίνικο ρυθμό της Κωνσταντινούπολης.

Ο Κομνηνός ήταν ένας μεγάλος άνδρας, του οποίου το ήθος και η αρετή, καλλιεργήθηκαν μέσα στη φαναριώτικη αριστοκρατία και την ορθόδοξη θρησκευτική ελίτ. Ο μεγάλος του σεβασμός προς την εκκλησία και προς το υπόδουλο τότε ελληνικό έθνος, καθώς και η μεγάλη του αγάπη προς την πατρίδα, θα τον φέρουν σύντομα αναμειγμένο στον εθνικό αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό. Η συγκυρία των γεγονότων αυτών καθώς και η αδυναμία της τουρκικής κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις οικονομικές οφειλές της προς το μεγάλο αυτόν καλλιτέχνη, μοιραία θα τον οδηγήσουν στη θανατική καταδίκη του, όπως είχε συμβεί και με άλλους προύχοντες της Πόλης συμπεριλαμβανομένου και του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄.

Η κατασκευή μεγάλων και ειδικών έργων από τον Κομνηνό, όπως η ανοικοδόμηση του Ιερού Ναού της Αναστάσεως, η δεξαμενή ναυπήγησης πλοίων στον τερσανά, η γέφυρα του Αζάπ-καπού, η εκπόνηση του χάρτη της Πόλης και άλλων πολλών έργων που μέχρι σήμερα δεν έχουν εντοπιστεί, αποδεικνύουν τις μεγάλες τεχνικές γνώσεις, τις ειδικές ικανότητες και το επίπεδο της επαγγελματικής κατάρτισης του βασιλικού αρχιτέκτονα. Οι τεχνικές αυτές εμπειρίες του Κομνηνού θα πρέπει να είχαν αποκτηθεί και αφομοιωθεί όχι μόνο μέσα από τις κατασκευαστικές ικανότητες των esnaf της Κωνσταντινούπολης και την περιορισμένη τεχνογνωσία που διέθετε τότε η οθωμανική αυτοκρατορία σε εξειδικευμένα έργα, αλλά  και μέσα από τη συνεργασία με Ευρωπαίους επιστήμονες που την περίοδο αυτή αρχίζουν σταδιακά να εμφανίζονται μέσα στους κόλπους της συντεχνίας των βασιλικών αρχιτεκτόνων.

Ο Κομνηνός θα πρέπει να είχε εκπονήσει και άλλα σημαντικά έργα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία πριν από το 1808, δηλ. πριν από την απασχόληση του στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε από το γεγονός ότι ο αρχιτέκτονας ήταν ήδη γνωστός όχι μόνο στη φαναριώτικη αριστοκρατία αλλά και στην οθωμανική ελίτ, ως Καμινάρ Μπέης. Είχε ήδη αποκτήσει τη μεγάλη του φήμη και την αναγνώριση από το Μαχμούτ Β΄ και οι χάρτες που αναπαριστούν τις ξακουστές και ανθούσες συνοικίες του Βοσπόρου και του Κερατίου κατά την περίοδο 180-1830 απεικονίζουν το Yali του φημισμένου αρχιτέκτονα μεταξύ των σπουδαιότερων της εποχής του. Ο βασιλικός αυτός αρχιτέκτονας ήταν γνωστός  23 χρόνια πριν από το θάνατό του για πολλά έργα   στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Η παρουσία βασιλικού αρχιτέκτονα, εκπροσώπου της τουρκικής κυβέρνησης (κρατικός υπάλληλος) στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως το 1808 αποδεικνύει την έμμεση συμμετοχή της Υψηλής Πύλης, του Φαναρίου στις επισκευές των Παναγίων Προσκυνημάτων και την ανάμειξή της στο «status quo» των θρησκευτικών κοινοτήτων. Η Ιερουσαλήμ τότε, ως επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα βρεθεί μέσα στη δικαιοδοσία των ευθυνών του βασιλικού αρχιτέκτονα, σύμφωνα με την τουρκική νομοθεσία. Ο Πατριάρχης Πολύκαρπος, σε συνεργασία με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, θα πρέπει να είχε συνεργαστεί στο θέμα αυτό με την τουρκική κυβέρνηση, έτσι ώστε να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντά της στην περιοχή αυτή, με αντάλλαγμα την αποκατάσταση και την εξασφάλιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του Πατριαρχείου στα Πανάγια Προσκυνήματα.    

Δεν υπήρξαν μόνο οι πόλεμοι του Μεγάλου Ναπολέοντα στην Αίγυπτο στα τέλη του 18ου αιώνα που βοήθησαν να μεταφερθούν μορφολογικά στοιχεία διαμέσου της κεντρικής Ευρώπης προς την Κωνσταντινούπολη. Το ίδιο συνέβη και με τα διάφορα μορφολογικά στοιχεία που χρησιμοποίησε ο Κομνηνός στον Πανάγιο Τάφο.  Παράδειγμα, η αναπαραγωγή της μορφής που έχει ο τρούλος του ταφικού μνημείου στην κοιλάδα των Κέδρων (που εσφαλμένα συνδέεται με τον Αβεσαλώμ), στο Ιερό Κουβούκλιο. Επίσης οι βολβοειδείς βάσεις των κιόνων του εικονοστασίου και του Τρικάμαρου που σχεδίασε ο Κομνηνός αποτέλεσαν αργότερα διακοσμητικά στοιχεία γνώριμα της αρχιτεκτονικής του μεγάλου μετέπειτα βασιλικού αρχιτέκτονα Μπαλιάν στο Nusratiye Camii στην Κωνσταντινούπολη.

Ο Κομνηνός, στην προσπάθειά του αυτή να αναστηλώσει το ιερό συγκρότημα του Παναγίου Τάφου θα κατορθώσει να δημιουργήσει ένα νέο μορφολογικό σύνολο σύμφωνα με τις αισθητικές  αντιλήψεις της εποχής του και τις ισχύουσες τότε νομοθεσίες του οθωμανικού κράτους. Η χρήση οικοδομικών υλικών συναφών με αυτά που χρησιμοποιήθηκαν στις προηγούμενες οικοδομικές φάσεις, η αντιστρεψιμότητα των στερεωτικών και διακοσμητικών επεμβάσεων, καθώς και η επίλυση σοβαρών μορφολογικών προβλημάτων (κόγχη του ιερού, τρούλος της Ροτόντας) βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τη διεθνή νομοθεσία προστασίας και συντήρησης των μνημείων. Η ελληνική αυτή συμβολή του 19ου αιώνα αποτέλεσε από τότε μέχρι σήμερα «σημείο αντιλεγόμενο», επειδή η έλλειψη αρχιτεκτονικής και ιστορικής τεκμηρίωσης του έργου του Κομνηνού καθιστούσε αδύνατη την αποτίμησή του και κατ’ επέκταση την αντιμετώπιση των κατευθυνόμενων προσπαθειών για τη μείωση της αξίας του έργου του Κομνηνού. Οι συνεχείς οικοδομικές και στερεωτικές εργασίες των προηγουμένων δεκαετιών έχουν καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος από το έργο αυτό, που σήμερα διασώζεται σε ορισμένα μόνο τμήματα του Ναού, ενώ μεταξύ αυτών, τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα κατέχουν το Ιερό Κουβούκλιο, το Τρικάμαρο, το εικονοστάσιο (αντίγραφο της φάσης του 19ου αι.)  και η ανατολική αψίδα του Ιερού.  Η μορφή, η διάταξη και η θέση των έργων αυτών αποτελούν το βασικό διακοσμητικό άξονα, τη ραχοκοκαλιά της οικοδομικής φάσης του Κομνηνού που διατηρείται ακόμα ανέπαφη στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως. Η επέμβαση αυτή, που αποτελεί και την τελευταία οικοδομική φάση της ιστορίας του μνημείου, έχει να παρουσιάσει σημαντικά στοιχεία πλαστικής και αρχιτεκτονικής διακόσμησης, ενώ ταυτόχρονα σέβεται την προϋπάρχουσα κατάσταση προβαίνοντας σε πιστή ανακατασκευή πολλών από τα πυρπολημένα μέρη.  

Επομένως, οι διάφοροι χαρακτηρισμοί που έχουν διατυπωθεί σε δημοσιεύματα αποκλειστικά Καθολικών δε χαρακτηρίζονται από αντικειμενικότητα, ούτε είναι καρπός έρευνας και μελέτης, αλλά μεταφορά γνωστών «επιστημονικοφανών» (καθολικής όπως προέλευσης) πορισμάτων, των οποίων η αξία είναι προβληματική, αφού χρησιμοποιούνται από τους εκπροσώπους μιας θρησκευτικής κοινότητας για να καταφερθούν πλήγματα εναντίον μιας άλλης, φαινόμενο σύνηθες στην ιστορία του Πανίερου Ναού της Αναστάσεως. Επιπλέον αυτή έχει ενοποιηθεί και αφομοιωθεί αρμονικά με τις φάσεις των περασμένων αιώνων που έχουν διατηρήσει το μεταξύ τους μακροχρόνιο αλληλοσεβασμό και τις αναφορές προς τη βυζαντινή παράδοση, την τέχνη και την τοπική ανατολική επίδραση, που κατόρθωσε να διατηρήσει το βυζαντινό ύφος και την τεχνοτροπία μέχρι τον αιώνα μας.   

 

Πηγή υλικού

Θεοδοσίου Γ. Μητρόπουλου, Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως Ιεροσολύμων – το έργο του Κάλφα Κομνηνού 1808-1810,  Μελέτες, Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 253-256

 

 

 Επιλογή υλικού

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων 



Print-icon 




Πνευματικά δικαιώματα 2009-2013 © «Ρωμηοσύνη»
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή του υλικού του ιστοχώρου με προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή: «Ρωμηοσύνη» www.romiosini.org.gr

:: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων :: Ειδήσεις εκ του Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων :: Σχετικά :: Τελευταία νέα :: Τρέχοντα Προγράμματα :: Ιστορικό Αρχείο της Μ.Κ.Ο. "Ρωμηοσύνη" ::


Login-iconLogin  ForgottenPassword-iconΥπενθύμιση κωδικού 

Αυτή τη στιγμή διαβάζουν την ιστοσελίδα μας 112 επισκέπτες.