Πολλαπλή και αξιόλογη υπήρξε η δράση του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου. Η Θεία χάρις τον αξίωσε, μολονότι ήταν αναλφάβητος μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας του, να γίνει εγκρατής της ελληνικής γλώσσας. Τα διασωθέντα συγγράμματά του αποδεικνύουν τον Άγιο Νεόφυτο ως εγκωμιαστή μελίρρυτο, ερμηνευτή ζηλευτό, ποιητικότατο στη σύνθεση κατανυκτικών στιχηρών, δημιουργό πλήθους εγκωμιαστικών ύμνων για δεσποτικές εορτές, βίους Αγίων, ερμηνευτή του ιερού ψαλτηρίου. Έχοντας απαράμιλλο ζήλο και μνήμη φωτισμένη, με ακριβή προγραμματισμό διετέλεσε την επίγεια πολιτεία του χωρίς να παραλείψει τον πολύπλευρο πνευματικό του αγώνα.
Ονόμασε το σπήλαιό του Εγκλείστρα και τον εαυτό του Έγκλειστο και Τιμιοσταυρίτη. Πάνω από τον κυρίως ναό της Αγίας Εγκλείστρας, στη νότια πλευρά, λάξευσε ένα μικρό σπήλαιο που το ονόμασε «Νέα Σιών». Δεν είναι τυχαία η ονομασία της καινούριας του Εγκλείστρας, αμέσως μετά την επιστροφή του από την Αγία Γη.
Η επίγνωση της αξίας του ως εικόνος Θεού και η γνώση της αθλιότητας της μεταπτωτικής καταστάσεως έκανα τον Άγιο Νεόφυτο να θρηνεί απαρηγόρητα, ζητώντας να δει και πάλι στον εαυτό του «την κατ’ εικόνα Θεού ωραιότητα». Ολοκλήρωσε τον προορισμό του τηρώντας το περιεκτικό νόημα των δύο μεγάλων και κυριότερων εντολών. «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καί ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου καί ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν».
Το μοναστήρι του Αγίου Νεοφύτου, την Εγκλείστρα, κοντά στην Πάφο, στις 21 Νοεμβρίου του 1953, αξιώθηκε να τον επισκεφθεί ο μεγάλος ποιητής Γιώργος Σεφέρης. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ήρθε η στιγμή της επιλογής του ποιητή από τον Άγιο. Διά στόματός του μας παρηγορεί, μας συγκινεί, μας εμπνέει…
Η ζωή του Αγίου Νεοφύτου, ο ασκητικός βίος του, επηρέασε βαθύτατα τον Νεοέλληνα ποιητή, ο οποίος γνώρισε, αλλά και τίμησε ιδιαίτερα τον Άγιο. Αντιλήφθηκε την επικοινωνία που υπάρχει μεταξύ ζώσας και θριαμβεύουσας Εκκλησίας, και ότι επικαλούμενοι τους Αγίους, αυτοί μας βοηθούν άμεσα και απερίφραστα όπως στο ποίημα.
Ο Σεφέρης πόνεσε, αλλά και δέθηκε με την Κύπρο. Αισθάνθηκε την ελληνικότητα του χώρου. Μελέτησε επί τόπου τα μνημεία της, την ιστορία, τους ανθρώπους. Το πάθος των Κυπρίων για την ελευθερία γέμισε με έξαρση την ευαίσθητη ψυχή του. Έλεγε χαρακτηριστικά για την Κύπρο μας: «Αυτό που βλέπω είναι τόσο δυνατό… Είναι η παρουσία της Ελλάδας εδώ τόσο ισχυρή και ανυπότακτη…».
Το 1955 δημοσίευσε την κυπριακή του συλλογή υπό τον τίτλο… Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν… Στη νέα του ποιητική συλλογή, που την εμπνεύστηκε στην Κύπρο και έμεινε γνωστή σε μας ως Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄, συναντάμε το ποίημα «Νεόφυτος ο Έγκλειστος μιλά». Επηρεασμένος από το επιστολιμαίο χρονικό του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου Περί των κατά την Χώραν Κύπρον σκαιών, ο ποιητής μας ακούει τον Άγιο να μιλά…
Το συγκεκριμένο ποίημα του Σεφέρη παίρνει διάφορες μορφές, προεκτάσεις και κατευθύνσεις, αναλόγως προς την επάρκεια του αναγνώστη. Νοσταλγίες, αναμνήσεις, σύμβολα και πρότυπα, αναμειγνύονται και δίνουν μια αφάνταστη ευρύτητα και ένα ιλιγγιώδες πολλές φορές ποιητικό βάθος. Υπάρχει εσωτερικός διάλογος, ψυχική αγωνία, πνευματική ανάταση, που περνά από γενεά σε γενεά με τη μορφή της προσπάθειας της θύμησης και του πόθου. Αγαπητά σύμβολα ξαναπαίρνουν υπόσταση.
Συναισθάνεται την ανθρώπινη αδυναμία ο αναγνώστης, όπως επίσης και την αίσθηση ότι όλα είναι ρυθμισμένα με τόση σοφία και γνώση, ώστε μάταια η αδύναμη νόηση του ανθρώπου προσπαθεί να τα συλλάβει. Η αίσθηση του παρελθόντος που δένεται συνεχώς με το παρόν μέσα από μια αλληλουχία δοκιμασίας και πόνου συνθέτουν την πικρή ιστορία του ανθρώπου. Ένας μεγάλος εμπλουτισμός προσώπων και πραγμάτων παρατηρείται. Μια αποκατάσταση στη συνείδησή του. Αυτή η αποκατάσταση εκφράζεται με τη δική του προσευχή. Συνθέτει με το δικό του ξεχωριστό τρόπο τον ύμνο για την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό.
Η προετοιμασία του ανθρώπου γίνεται πνευματικά με τη συνειδητοποίηση του φθαρτού ετούτου κόσμου και τη μετάθεση του προσανατολισμού του από την αμεσότητα στην επέκεινα και μόνη αληθινή πραγματικότητα. Η αλήθεια δεν εξαντλείται στα πράγματα, αλλά χρειάζεται η προσωπική αίσθηση και βίωσή της από τον άνθρωπο. Διακρίνεται η ελεύθερη συγκατάβασή του, η ενεργοποίησή του, αλλά και η εμπιστοσύνη του στο θαύμα που γεννά η πίστη σε ιδανικά και αξίες. Και αυτή η πίστη περικλείει τις αγωνίες και τις αναζητήσεις του ανθρώπου. Αυτή διατηρεί και προσφέρει τα ουσιώδη μέσα, όχι μόνο με τη διδασκαλία και τα μυστήρια, αλλά και με την κοινωνική της παρουσία. Είναι η ίδια πίστη που μας οδηγεί στην εν Χριστώ ελευθερία. Είναι η ίδια πίστη που ανεβάζει την ψυχή του ανθρώπου, στα γόνατα της Υπερμάχου Στρατηγού, της Παναγίας μας.
Αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Για μας, ήταν άλλο πράγμα,
ο πόλεμος για την πίστη του Χριστού
και για την ψυχή του ανθρώπου
καθισμένη στα γόνατα της Υπερμάχου Στρατηγού.
Που είχε στα μάτια ψηφιδωτό τον καημό της Ρωμηοσύνης,
εκείνου του πέλαγου τον καημό σαν ηύρε το ζύγιασμα της καλοσύνης».
Είναι η ολότελα δική του μορφή έκφρασης- προσέγγισης του Χριστού μας. Ο λόγος που είναι καίριος και ακριβής, αλλά παράλληλα και οικείος. Η ατμόσφαιρα που δημιουργεί και που αυτονόητα καλλιεργεί είναι μοναδική. Καινοτομίες θεαματικές, μορφικές, πυκνές εικόνες που δείχνουν τον εσωτερικό κόσμο του ποιητή, αλλά και το φρόνημα του λαού, που μένει αδούλωτο. Από τη μια τα κάστρα του νησιού, αποκαλώντας τα με τα φράγκικα ονόματα και στον αντίποδα τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Διακρίνουμε την αγωνία που ο ποιητής βίωνε αλά και που εξέφραζε εντονότερα, για το μέγεθος της αστοχίας, αλλά και το σκάνδαλο των σταυροφόρων για την καταστροφή του Βυζαντίου.
«Υπέρογκες αρχιτεκτονικές, Λαρίων, Φαμαγκούστα,
Μπουφαβέντο, σχεδόν σκηνικά.
Ήμασταν συνηθισμένοι να το στοχαζόμαστε αλλιώς
το «Ιησούς Χριστός νικά»
που είδαμε κάποτε στα τείχη της Βασιλεύουσας,
τα φαγωμένα από γυφτοτσάντηρα και στεγνά χορτάρια,
με τους μεγάλους πύργους κατάχαμα σαν ενός δυνατού
που έχασε, τα ριγμένα ζάρια».
Η ποιητική τεχνοτροπία που μας μεταφέρει από την περιοχή της αισθητικής όρασης στην περιοχή της λογικής συγκίνησης. Γι’ αυτό και ο σαρκασμός, η ειρωνεία αλλά και η επικριτική του διάθεση στο τέλος του ποιήματος. Ας επαναλάβουμε τα λόγια του ποιητή μας, που είναι τα λόγια του δικού τους, του Άγγλου ποιητή, του Σαίξπηρ, του Οθέλλου, που τους βλέπει από την Αμμόχωστο:
Welcome, Sirs to Cyprus, Goats and monkeys!
Καλώς μας ήρθατε στην Κύπρο, αρχόντοι. Τράγοι και μαϊμούδες!
Πλήθος τεκμήρια μαρτυρούν ότι κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του η Κύπρος παρέμεινε η κύρια έγνοια της σκέψης του, «μια πεισματική αγάπη», καθώς το αναφέρει κάπου στις 11 Μαΐου το 1971 για τα «Κυπριώτικα», πριν από τις θλιβερές εξελίξεις στο νησί. Ο ποιητής αγγίζει το αίμα και τον πόνο των ανθρώπων. Η Ελλάδα τον ακολουθεί. Η Ελλάδα των μεγάλων παραδόσεων, των ποιητικών αναμνήσεων. Η Ελλάδα του θρύλου και του ονείρου. Η Ελλάδα της μεγάλης ιδέας. Η Ελλάδα σύμβολο…
Πηγή υλικού
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Περιοδικό λογοτεχνίας και κριτικής Ακτή, Έτος ΙΖ΄, Τεύχος 67, Λευκωσία, 2006,σ. 329-332
Επιλογή υλικού
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων