Με τον οριστικό τερματισμό των Αραβικών επιδρομών η Κυπριακή Εκκλησία και ο Ορθόδοξος λαός της νήσου γνωρίζουν μέρες ελευθερίας και δημιουργίας. Η προς το Θεό λατρεία αφήνεται απρόσκοπτη και μέρες ακμής γνωρίζει η εκκλησιαστική τέχνη. Στα μετά τις Αραβικές επιδρομές χρόνια ιδρύονται οι μεγάλες κοινοβιακές μονές, τις οποίες γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Τα μοναστήρια του αγίου Νικολάου της Στέγης, κοντά στην Κακοπετριά, και του αγίου Χρυσοστόμου, κοντά στον Κουτσοβέντη, ανήκουν στον 11ο αιώνα. Σε αυτή την περίοδο, στο δωδέκατο αιώνα, πρέπει να τοποθετούν και οι τρεις βασιλικές και σταυροπηγιακές μονές, που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα: της Παναγίας του Κύκκου, της Παναγίας του Μαχαιρά και του Αγίου Νεοφύτου. Ονομάζονται βασιλικές και σταυροπηγιακές, επειδή είναι αυτοκρατορικές οικοδομές που ανήκουν στην πνευματική δικαιοδοσία του εκάστοτε αρχιεπισκόπου. Δεν υπάγονται στο μητροπολίτη της περιοχής.
Στην ίδια ιστορική περίοδο κτίζονται και οι γνωστές μέχρι τις μέρες μας μονές της Παναγίας της Τροοδίτισσας και της Παναγίας της Χρυσορρογιάτισσας.
Θα ήταν παράλειψη, αν δεν λέγαμε πως ο κοινοβιακός μοναχισμός γνώρισε λαμπρές μέρες και προ των Αραβικών επιδρομών. Η Αραβική λαίλαπα, ωστόσο, κατέστρεψε τα περισσότερα μοναστικά κέντρα και οι ασκητές μοναχοί στην περίοδο των επιδρομών οδηγήθηκαν στην αναχώρηση. Ο αναχωρητισμός στην Κύπρο ξεκίνησε τον τέταρτο αιώνα, από τότε δηλαδή που ο Ιλαρίων ο μέγας, μαζί με τον Ησύχιο, το μαθητή του, ασκητεύτηκαν πλησίον του χωριού Επισκοπή.
Τον 4ο μ.Χ. αιώνα γνώρισε ημέρες ακμής η ιερά Μονή του αγίου Νικολάου στο Ακρωτήρι, στον 6ο αιώνα η ιερά Μονή του αποστόλου Βαρνάβα, στον 7ο αιώνα η ιερά Μονή του Συμβούλου μεταξύ Λεμεσού – Πάφου, στον 9ο αιώνα η ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου πλησίον των Χύτρων. Η Μονή των Ιερέων στην Πάφο, αν και του 4ου αιώνα, γνωρίζει μεγάλη ακμή και κατά τον 10ο αιώνα. Στα μέσα βυζαντινά χρόνια θα πρέπει να τοποθετήσουν και οι Μονές του αγίου Σάββα της Καρόνος, του αγίου Γεωργίου των Μαγκάνων και η Μονή του Μεγάλου Αγρού. Προς το τέλος του 11ου αιώνα κτίστηκε η ιερά Μονή των Αψινθίων πλησίον του χωριού Συγχαρί.
Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή Κύκκου
Η Μονή Κύκκου, αφιερωμένη στην Παναγία την Ελεούσα, όπου φυλάσσεται η κατά την παράδοση ιστορηθείσα υπό του ευαγγελιστού αποστόλου Λουκά θαυματουργική εικόνα της Παναγίας, ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα από τον άγιο ασκητή Ησαΐα και τον τότε διοικητή της νήσου δούκα Μανουήλ Βουτομίτη, ο οποίος κατέβαλε τον στασιάσαντα Ραψομάτην. Σύμφωνα με την παράδοση μετά τη θεραπεία του Μανουήλ Βουτομίτη, κατά τρόπο υπερφυσικό, η ιερά μονή Κύκκου αποκλήθηκε βασιλική, επειδή οικοδομήθηκε με βασιλική χορηγία και σταυροπηγιακή, επειδή μπήκε σταυρός στα θεμέλιά της. Απολάμβανε όλων των σταυροπηγιακών προνομίων, δηλαδή το παντελώς αυτόνομο και ελεύθερο. Η ιερά μονή Κύκκου υπήρξε αυτοδιοίκητη και υπάγεται απ’ ευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Η ιερά βασιλική και σταυροπηγιακή μονή Κύκκου στάθηκε στο κέντρο της πνευματικής, οικονομικής, εθνικής και κοινωνικής ζωής της Κύπρου. Υπήρξε το πιο ζωντανό κύτταρο της Κυπριακής Εκκλησίας. Έγινε αληθινό φροντιστήριο Ορθοδοξίας, εθνικής δράσης και παιδείας, ιδιαίτερα στα σκοτεινά χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ο Εφραίμ, που υπήρξε από τους κορυφαίους εκκλησιαστικούς άνδρες της εποχής του, ήρθε στην Κύπρο το 1742 περίπου και έδρασε για δεκαεννιά ολόκληρα χρόνια ως δάσκαλος και ιεροκήρυκας. Ο πρώτος ιστορικός της Κύπρου αρχιμανδρίτης Κυπριανός, από αγάπη και εκτίμηση για το έργο και την προσφορά της μονής Κύκκου, δώρισε μετά το θάνατο του στο μοναστήρι ό,τι καλύτερο και πνευματικότερο διέθετε: την προσωπική του βιβλιοθήκη.
Το 1821 η μονή Κύκκου μαζί με την υπόλοιπη Εκκλησία και το λαό της Κύπρου θα κληθεί να πληρώσει το βαρύ τίμημα του ξεσηκωμού του ελληνικού έθνους. Τον Ιούλιο του 1821 ο ηγούμενος Κύκκου Ιωσήφ, επειδή ήταν αναμεμειγμένος στην ελληνική επανάσταση, υπέστη το μαρτυρικό θάνατο του αποκεφαλισμού μαζί με άλλους επισκόπους και προκρίτους της νήσου. Αυτή την περίοδο αρχίζει και μια σειρά από καταστροφές και λεηλασίες της μονής από μέρους των βαρβάρων Τούρκων.
Εννιά αιώνες ζωής και έντονης κοινωνικής, πνευματικής και εθνικής δράσης δεν είναι λίγοι. Σε αυτούς τους εννιά αιώνες η μονή Κύκκου στάθηκε θησαυρός ακένωτος παρηγοριάς, ενίσχυσης και καθοδήγησης της συνείδησης των πιστών. Εδώ ερχόταν ο βασανισμένος λαός, για να προσπέσει μπροστά στο υποβλητικά σκεπασμένο και αθέατο θείο εικόνισμα της Παναγίας, ζητώντας έλεος και βοήθεια. Και όταν οι ανάγκες το επέβαλλαν «να ταράξει η εικόνα από τη θέση της», για να φύγουν οι ακρίδες ή για να ανοίξουν οι ουρανοί σε περιόδους ανομβρίας, η Μεγάλη Μητέρα των πιστών άπλωνε το μαφόρι της απ’ άκρη σ’ άκρη του ορίζοντα αυτής της ελληνικής γωνιάς και περιόδευε σε πολιτείες και χωριά, σκορπίζοντας βάλσαμο.
Η φήμη της μονής της Κύκκου ξεπέρασε τα στενά γεωγραφικά πλαίσια της Κύπρου και έγινε πανορθόδοξο προσκύνημα. Δικά της μετόχια ιδρύθηκαν όχι μόνο στο εσωτερικό, αλλά και στο εξωτερικό: στην Αττάλεια, Σμύρνη, Προύσα, Κωνσταντινούπολη, Γεωργία. Πολύ συχνά ορθόδοξοι, που συνέρρεαν κάθε χρόνο στα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσουν τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου, έκαναν τάμα να περάσουν από την Κύπρο, για να προσκυνήσουν την Παναγία του Κύκκου, όσες ταλαιπωρίες κι αν σήμαινε τούτο…
Η ιερά μονή Κύκκου στάθηκε αληθινό φυτώριο Ορθοδοξίας και κιβωτός του έθνους. Καλλιέργησε τα γράμματα και βοήθησε στην ανύψωση του πνευματικού επιπέδου του αλύτρωτου Ελληνισμού της Κύπρου. Στη βιβλιοθήκη της μονής 12.000 τόμοι καλύπτουν πλείστους όσους τομείς της ανθρώπινης γνώσης, με επίκεντρο την Πατερική γραμματεία και την Ιστορία της Κύπρου. Παλαιά και σπάνια χειρόγραφα, εικονογραφημένα ευαγγέλια, μουσικά βιβλία, Καραμανλίδικα, βρίσκονται στη βιβλιοθήκη της μονής, πολύτιμη βοήθεια στο μελετητή και ερευνητή.
Η προσφορά της μονής Κύκκου προς τον τόπο υπήρξε τεράστια. Προσφορά εθνική στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, προσφορά θρησκευτική, με την ίδρυση και λειτουργία της Ιερατικής Σχολής, της μονής στην Κύπρο, απόφοιτοι της οποίας στελεχώνουν τις τάξεις του ιερού κλήρου της νήσου. Προσφορά στην παιδεία, με την ίδρυση εκπαιδευτηρίων, κέντρων νεότητος και άλλων δωρεών σε βιβλία, ηλεκτρονικούς υπολογιστές, γυμναστήρια, αίθουσες τελετών σε γυμνάσια. Προσφορά φιλανθρωπική σε εκατοντάδες δυσπραγούντες αδελφούς και μέσω σωματείων και οργανώσεων. Προσφορά στην επιστημονική έρευνα, στην Κυπριολογία και στη μοναστηρολογία, με την ίδρυση του Κέντρου Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου.
Ακόμη το μουσείο της ιεράς μονής Κύκκου είναι από τα πιο πλούσια εκκλησιαστικά μουσεία της νήσου. Πολύτιμοι εκκλησιαστικοί θησαυροί (αποκτήματα αιώνων, από δωρεές και αγορές, που συνεχίζονται μέχρι σήμερα), σπάνιοι σταυροί, εκκλησιαστικά αντικείμενα, παλαιά ευαγγέλια, ιερά άμφια και άλλα ιερά σκεύη, καθώς και άλλοι μοναδικοί θησαυροί, προσθέτουν στην αίγλη και τη μεγάλη ακτινοβολία της ιεράς βασιλικής και σταυροπηγιακής μονής Κύκκου.
Χιλιάδες προσκυνητές από όλα τα μέρη της Κύπρου έρχονται κάθε χρόνο να καταθέσουν την ευγνωμοσύνη και την ευλάβειά τους προς την Κυκκώτισσα μητέρα Θεού. Χιλιάδες είναι και οι ξένοι επισκέπτες από όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου, που έρχονται ετησίως για να ξεναγηθούν στη μεγάλη μονή της Κύπρου, στο μοναστήρι της Κύκκου. Το μοναστήρι γιορτάζει στις 15 Αυγούστου, ημέρα της κοιμήσεως της Θεοτόκου, ή στις 8 Σεπτεμβρίου.
Ιερά Μονή Μαχαιρά
Η μονή της Μαχαιριώτισσας Παναγίας, θεωρήθηκε δεύτερη σε σπουδαιότητα μετά τη μονή της Κυκκώτισας Παναγίας. Βρίσκεται επί του Αώου όρους. Ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα κατόπιν χρηματικής προφοράς εκ μέρους του αυτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνού προς τους μοναχούς Προκόπιο και Ιγνάτιο, ύστερα από σχετική αποστολή τους στην Κωνσταντινούπολη.
Η ιερά μονή Μαχαιρά γνώρισε δύο μεγάλες πυρκαγιές το 1570 και το 1892. Οι πυρκαγιές αυτές κατέστρεψαν και τις δύο φορές τα αγιογραφημένα καθολικά του μοναστηριού.
Στο βωμό της εκκλησιαστικής και εθνικής Ιστορίας του τόπου η μονή Μαχαιρά πρόσφερε ως θυσία τους μοναχούς Γρηγόριο και Ιγνάτιο, οι οποίοι μαζί με άλλους έντεκα μοναχούς της Κανταριώτισσας Παναγίας μαρτύρησαν στην κοίτη του Πεδιαίου ποταμού ανθιστάμενοι κατά της Λατινικής κακοδοξίας και καταπίεσης.
Και στα πρόσφατα χρόνια στις 3 Μαρτίου 1957 έπεσε ηρωικά στο παρά τη μονή Μαχαιρά κρησφύγετό του ο υπαρχηγός της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Πιερή Αυξεντίου από τη Λύση. Κυκλοφορούσε μεταμφιεσμένος στη μονή ως αρχιμανδρίτης Χρύσανθος.
Πραγματικός ιδρυτής της βασιλικής και σταυροπηγιακής μονής Μαχαιρά θα πρέπει να θεωρηθεί ο συντάκτης της Τυπικής Διατάξεως της Νείλος, ο κτίτωρ και του καινούργιου ναού της μονής.
Ιερά μονή αγίου Νεοφύτου
Η ιερά μονή της Εγκλείστρας στην Πάφο, ιδρύθηκε από το μοναχό Νεόφυτο (μετέπειτα μεγάλο άγιο της Κύπρου) το 1159 ως ασκητήριο- ησυχαστήριο για προσωπική χρήση. Η Εγκλείστρα σιγά- σιγά μεγάλωσε, δέχτηκε μοναχούς και κτίστηκε σε αυτή αγιογραφημένος ναός αφιερωμένος στον Τίμιο Σταυρό.
Η Εγκλείστρα του αγίου Νεοφύτου δεν άργησε να γίνει ισχυρός πόλος έλξης των πιστών. Ο άγιος Νεόφυτος υπήρξε μια ξεχωριστά λαμπρή εκκλησιαστική προσωπικότητα των χρόνων του και δόκιμος συγγραφέας και σχολιαστής της ιεράς γραμματείας.
Η Εγκλείστρα του αγίου Νεοφύτου, μπορεί άνετα να θεωρηθεί το πιο σημαντικό τμήμα της ιεράς μονής του αγίου Νεοφύτου. Και επειδή ο άγιος Νεόφυτος αφιέρωσε την Εγκλείστρα και το ναΐσκο της στον Τίμιο Σταυρό, ήταν φυσικό οι τοιχογραφίες της Εγκλείστρας να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στις σκηνές της Σταυρώσεως του Χριστού και της εκ νεκρών εξανάστασής Του. Αγιογράφος της εκκλησίας υπήρξε ο Θεόδωρος Αψευδής, οποίος διέσωσε και τα χαρακτηριστικά του αγίου. Ζωγραφισμένη από τα τέλη του 12ου αιώνα η Ανάσταση του Κυρίου μπορούμε να πούμε, ότι είναι από τις ωραιότερες συνθέσεις που έχουμε στην Κύπρο του θέματος της Αναστάσεως του Θεανθρώπου.
Στον κυρίως ναό της μονής του Αγίου Νεοφύτου, μια καλοκτισμένη τρίκλιτη Βασιλική με τρούλλο, βρίσκονται αξιόλογα τοιχογραφημένα κατάλοιπα. Η ιερά μονή του αγίου Νεοφύτου, βασιλική και σταυροπηγιακή, μια από τις μεγάλες μονές της νήσου, μοναδικό προσκύνημα και κέντρο λατρείας στη δυτική Κύπρο, υπήρξε και θησαυροφυλάκιο δια μέσου των αιώνων. Στον άγιο Νεόφυτο βρίσκουμε σπάνιες φορητές εικόνες διαφόρων εποχών, αξιόλογα παλαιά βιβλία, τα οποία κοσμούν τη βιβλιοθήκη της μονής, χειρόγραφα, παλαιά ευαγγέλια και άλλα εκκλησιαστικά αντικείμενα μεγάλης αξίας, ιερά σκεύη και ιερά άμφια, τα οποία, όλα μαζί, αποτελούν τους θησαυρούς του μοναστηριού.
Ο άγιος Νεόφυτος εορτάζει στις 24 Ιανουαρίου και στις 28 Σεπτεμβρίου, ημέρα ανευρέσεως του τιμίου λειψάνου του.
Ιερά Μονή Παναγίας της Τροοδιτίσσης- Το εικοσιτετράωρο των μοναχών
Ο Ρώσος μοναχός Βασίλειος Μπάρκυ, ο οποίος στο πρώτο ήμισυ του 18ου αιώνα επισκέφθηκε την Κύπρο ως περιηγητής και περιέγραψε τους ιερούς της χώρους, χαρακτήρισε την ιερά μονή Τροοδιτίσσης ως μαγευτικό τόπο, χάρις στα πυκνά δάση, το κελάηδημα των πουλιών, τη μοναξιά και την ησυχία. Ο Μπάρσκυ θεωρούσε την Τροοδίτισσα ως μοναστήρι του παραδείσου και κατάλληλη όχι μόνο για μοναχούς, αλλά και για ερημίτες.
Η ιστορική περιπέτεια της μονής από τον 10ο ως τον 16ο αιώνα είναι σχεδόν άγνωστη. Η Λατινοκρατία ήταν σκληρή και εκμηδένισε κάθε ίχνος από τη μονή. Και τα χρόνια της Τουρκοκρατίας υπήρξαν άτεγκτα για τη μονή.
Η ιδρυτική πράξη της ιεράς μονής της Παναγίας της Τροοδίτισσας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη θεία βουλή. Λαμπρό φως εκπήγαζε για μήνες από τα απάτητα βουνά του Τροόδους και το οποίο έβλεπε κάποιος εικονόφιλος Μικρασιάτης μοναχός, ο οποίος είχε καταφύγει στο μοναστήρι του αγίου Νικολάου των γάτων. Τότε, τα μέρη όπου βρίσκεται σήμερα η ιερά μονή της Παναγίας της Τροοδίτισσας, ήταν δυσπρόσιτα και απροσπέλαστα. Το άγνωστο θέλημα του Θεού δεν άργησε να αποκαλυφθεί. Καθ’ ύπνον η Θεομήτωρ φανερώθηκε στο μοναχό και του υπέδειξε ότι το λαμπερό φως προοριζόταν για τον ίδιο. Του υπέδειξε πως την εικόνα της που ήρθε από τις ακτές της Μικράς Ασίας, ήθελε να τη δει να κατοικήσει στα παρθένα βουνά του Τροόδους, εκεί που έλαμπε το ουράνιο φως, σ’ ένα ογκώδη βράχο και που στη ρίζα του βρισκόταν ένα μεγάλο σπήλαιο. Ο Μικρασιάτης μοναχός, με την εικόνα της Παναγίας, έστησε το ασκητήριο του. Ερημίτης, ο άγνωστος αυτός ασκητής, δεν άργησε να συντροφευτεί και από κάποιον υποτακτικό. Και τούτο συνεχίστηκε και με τους διαδόχους του.
Το ερημητήριο των αγνώστων αυτών ασκητών, με την πάροδο του χρόνου και τις υποδείξεις της Παναγίας εξελίχθηκε στο στολίδι αυτό της μοναστηριακής μας ζωής, που είναι για τόσους αιώνες και μέχρι τις μέρες μας, η ιερά μονή της Παναγίας της Τροοδίτισσας.
Η πνευματική άσκηση των μοναχών της ιεράς μονής Τροοδίτισσας, όπως και εκείνων του Σταυροβουνίου, είναι έντονη και αδιάλειπτη. Ζωή νηστείας, αγρυπνίας και προσευχής διακρίνει το πολίτευμα των ενοίκων της μονής. Η φθαρτή σάρκα του μοναχού υποταγμένη στο θέλημα του Υψίστου, προσφέρει τις υπηρεσίες της στις ανάγκες του κοινοβίου (π.χ καλλιεργούνται οι κήποι της μονής κτλ.) αναλόγως τις ικανότητες του κάθε μοναχού και τις ανάγκες του μοναστηριού.
Η ιερά μονή Τροοδίτισσας, αν και κάηκε από πυρκαγιά δυο τουλάχιστον φορές, ανοικοδομήθηκε και στέκει σήμερα ζωντανή και επιβλητική, για να μας υποδεικνύει το δρόμο της κατά Θεόν παιδείας. Η εικόνα της Παναγίας βρίσκεται εκεί αλώβητη και ανέγγιχτη, μεσίτρια προς το φιλάνθρωπο Θεό, γλυκασμός ανθρώπων και αγγέλων.
Και η ζώνη της Παναγίας της Τροοδίτισσας, θαυματουργός, πλήρης Θεομητορικής χάριτος, βοηθά τις άτεκνες συζύγους να γνωρίσουν το μέγα αγαθό της μητρότητας. Οι προσκυνητές και οι άλλοι επισκέπτες της μονής Τροοδίτισσας είναι πάμπολλοι, ιδιαίτερα κατά τη θερινή περίοδο. Αλλά και κάθε Κυριακή πολλοί είναι εκείνοι που λειτουργούνται στην Τροοδίτισσα. Ονομαστή είναι η πανήγυρις της Παναγίας της Τροοδίτισσας την 15η Αυγούστου, οπότε εορτάζεται η Κοίμησις της Θεοτόκου.
Ιερά μονή Παναγίας Χρυσορρογιάτισσας
Κτίτωρ της ιεράς μονής της Παναγίας της Χρυσορρογιάτισσας, στην περιοχή της Ροϊάς, ο μοναχός Ιγνάτιος, οδηγήθηκε, από την ίδια τη Μητέρα του Θεού (μετά από την ανεύρεση, στη σημερινή του θέση, του περίφημου μοναστηριού της Παναγίας της Χρυσορρογιάτισσας.
Η ιερά μονή της Παναγίας της Χρυσορρογιάτισσας, γνώρισε πολλές φάσεις και έγινε ονομαστή από τα πολλά θαύματα της Θεοτόκου. Στο 18ο αιώνα συντηρούσε μέχρι 40 μοναχούς. Ήταν αληθινό ασκητικό κέντρο και τόπος προσευχής και ησυχίας. Από την εποχή των Φράγκων μέχρι το τέλος της Τουρκοκρατίας διέθετε αγιογραφικό εργαστήριο. Στα 1821 η μονή λεηλατήθηκε από τους Τούρκους και βασανίστηκε ο γέροντας ηγούμενός της, Ιωακείμ, ο οποίος απεβίωσε την ίδια χρονιά. Το καθολικό της μονής είναι μονόκλιτο χωρίς τρούλλο. Στη Χρυσορρογιάτισσα βρίσκεται αργυρεπίχρυσος σταυρός, δωρεά στα 1808 του δραγομάνου Χατζηγεωργάκη Κορνέσιου.
Σήμερα, δυστυχώς, μόνος σχεδόν, ο ηγούμενος, πρόσφυγας από τον άγιο Σπυρίδωνα Τριμυθούντος, αγωνίζεται να κρατήσει στη ζωή τον άγιο τούτο χώρο, μοναδικό προσκύνημα για το λαό της Πάφου, αλλά και ολόκληρης της Κύπρου. Συντηρητής εικόνων ο σημερινός ηγούμενος της Παναγίας της Χρυσορρογιάτισσας, στέκει επί των εικόνων και των άλλων εκκλησιαστικών κειμηλίων της μονής.
Ιερά μονή Σταυροβουνίου
Η ιερά μονή Σταυροβουνίου είναι συνδεδεμένη με τη θρυλουμένη επίσκεψη της αγίας Ελένης στην Κύπρο. Η ιερά παράδοση θέλει τη βασιλομήτορα ισαπόστολο κτίτορα του μοναστηριού. Διαθέτουμε, δυστυχώς, γραπτές μαρτυρίες της ύπαρξης της μονής μόνο από τον 11ο αιώνα. Στην υψηλή κορυφή του Σταυροβουνίου, όπου στην αρχαιότητα λατρευόταν ο Δίας, στους χριστιανικούς αιώνες, μέχρι τις μέρες μας, ασκείται-γαλήνια και σοβαρά- το τρίπτυχο της ισαγγέλου ευαγγελικής πολιτείας, δηλαδή, η παρθενία, η ακτημοσύνη και η υπακουή, με ύψιστο σκοπό την κατά χάρη θέωση του μοναχού. Ως στρουθία της ερήμου οι μοναχοί μιμήθηκαν, και εξακολουθούν να το κάνουν, τους μεγάλους προφήτες Ηλία και Ιωάννη τον Βαπτιστή και ιδιαιτέρως τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Το Σταυροβούνι κινήθηκε ευσχημόνως και κατά τάξιν, όπως λέγει ο μέγας απόστολος των εθνών Παύλος.
Στα χρόνια των Φράγκων και των Ενετών ο επίγειος αυτός ουρανός, η ιερά μονή Σταυροβουνίου, έπεσε στα χέρια των Βενεδικτίνων μοναχών. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, για κάποιο χρονικό διάστημα στο 19ο αιώνα, παρέμεινε χωρίς μοναχούς. Από το 1875 και εντεύθεν κατοικήθηκε από αγιορείτες Κυπρίους μοναχούς και οργανώθηκε ως κοινόβιο με αγιορείτικα πρότυπα με σκοπό την κατά Θεόν τελείωση και καταρτισμό. Από το 1988 η μονή έγινε άβατος, όπως ισχύει και στον άγιον Όρος.
Άλλα σημαντικά μοναστήρια
Το μοναστήρι του αγίου Μάμαντος στην κατεχόμενη Μόρφου, του οποίου σώζεται ο περίλαμπρος ναός, θα πρέπει να κτίστηκε επί Κομνημών, γύρω στο 1190. Εκεί βρισκόταν η μαρμάρινη σαρκοφάγος του αγίου Μάμαντος, ποιμενικού αγίου για τον Ορθόδοξο πληθυσμό της νήσου. Μεγαλοπρεπής ήταν μέχρι το 1974, έτος της τουρκικής εισβολής, η πανήγυρις προς τιμήν του αγίου, τον οποίον έφεραν στη νήσο οι Ακρίτες, πολεμιστές προστάτες των συνόρων της Βυζαντινής επικράτειας.
Το κατεχόμενο μοναστήρι του αγίου Παντελεήμονος, το οποίο βρίσκεται κοντά στο χωριό Μύρτου, εόρταζε στις 27 Ιουλίου με μεγάλα πλήθη πανηγυριστών που συνέρρεαν για να τιμήσουν τον μαρτυρήσαντα άγιο Παντελεήμονα επί Μαξιμιανού το 303 μ.Χ. στη Νικομήδεια της Μ. Ασίας.
Το μοναστήρι του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου επί του Κουτσοβέντη ήταν συνδεδεμένο με την αγιοταφική αδελφότητα. Ο άγιος Νεόφυτος στα 1152 έζησε και ασκήθηκε στην ιερά αυτή μονή, γεγονός που αποδεικνύει ότι ήταν προγενέστερη αυτού.
Το μοναστήρι του αγίου Νικολάου των γάτων (Στύλου) στο Ακρωτήρι, πλησίον της Λεμεσού, θεωρείται το πρώτο ή δεύτερο (μετά το Σταυροβούνι) μοναστηριακό κτίμα της νήσου. Κτίστηκε από τον Καλόκαιρο, τον πρώτο βυζαντινό άρχοντα της Κύπρου, στα 327 μ. Χ. Ο Καλόκαιρος έδωσε στη μονή περί τους 100 γάτους και χρήματα για να διατρέφονται, με στόχο την αντιμετώπιση των φαρμακερών φιδιών, που μάστιζαν τότε τη χειμαζομένη από πολυετή ανομβρία νήσο. Το μοναστήρι του αγίου Νικολάου των γάτων ήταν ανδρικό κοινόβιο μέχρι την έλευση των Τούρκων, οπότε δολοφόνησαν οι βάρβαροι κατακτητές τους μοναχούς. Ξαναλειτούργησε από το 1750 ως ανδρική μονή μέχρι τον 19ο αιώνα. Το 1982 αναστηλώθηκε και λειτουργεί σήμερα ως γυναικείο μοναστήρι.
Η ιερά μονή του Στύλου, στο ακρωτήριο Κάβο Γάτα, δεν θυμίζει μονάχα τις γάτες που κόμισε, σύμφωνα με την παράδοση, η μητέρα του αυτοκράτορας αγία Ελένη (ή ο Καλόκαιρος) στη θρυλούμενη επίσκεψή της στη νήσο μας, μετά την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού στα Ιεροσόλυμα. Θυμίζει και τις γάτες του αη Νικόλα, του αλύτρωτου Μικρασιάτη ποιητή, τιμημένου στα 1963 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, Γιώργου Σεφέρη. Στο ομώνυμο ποίημά του ο μεγάλος νεοέλληνας ποιητής, σκέφτεται το δηλητήριο, που κατάπιαν οι γάτες τρώγοντας τα δηλητηριώδη ερπετά, που κατέστρεφαν την μαστιζόμενη από την ξηρασία Κύπρο.
Το μοναστήρι του αγίου Νικολάου της Στέγης, τρία μίλια μακριά από την Κακοπετριά, στις όχθες του ποταμού Κλαρίου ή Καρκώτη, κατεστραμμένο στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, διατηρεί μέχρι τις μέρες μας την εκκλησία της μονής, που πρωτοκτίστηκε στον 11ο αιώνα και γνώρισε, με την πάροδο των αιώνων, διάφορες φάσεις. Η ονομασία άγιος Νικόλαος της Στέγης οφείλεται στην προσθήκη της στέγης επί του ναού, με σκοπό την προστασία του ιερού χώρου από τα χιόνια και τις βροχές των βουνών της περιοχής. Η εκκλησία του αγίου Νικολάου της Στέγης είναι εξ ολοκλήρου τοιχογραφημένη σε διάφορες χρονικές περιόδους, που κυμαίνονται μεταξύ 11ου και 17ου αιώνα. Οι τοιχογραφίες καθαρίστηκαν τα τελευταία χρόνια από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Μερικές τοιχογραφίες μετακινήθηκαν και έτσι αποκαλύφθηκαν οι παλαιότερες τοιχογραφίες, που βρίσκονταν κάτω από τις νεότερες, οι οποίες προσετέθηκαν μετά τον 11ο αιώνα.
Στο μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού, στο Όμοδος, βρίσκεται μέρος του σχοινιού, με το οποίο εδέθη ο Ιησούς κατά τη διάρκεια των φρικτών παθών Του. Στον Τίμιο Σταυρό, το μοναστήρι του Ομόδους φυλάγονται επίσης ιερά κειμήλια ανεκτίμητης αξίας. Εκτός από το μεγάλο Σταυρό, στον οποίο βρίσκεται ο τίμιος κάνναβος, στη μονή βρίσκεται, σε χρυσή θήκη, με τέσσερις αυτοκρατορικές σφραγίδες και το κρανίο του αποστόλου Φιλίππου. Ιδιαίτερης και ξεχωριστής αξίας είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού με τέσσερις σπάνιες και αυθεντικές βυζαντινές εικόνες.
«Λαμπάδος κλέος, Κυπρίων αγλάισμα και Μυριανθούσης πολιούχος», καλείται ο θαυματουργός άγιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής, που λαμπρύνει το προσφάτως αναπαλαιωθέν ομώνυμο μοναστήρι του, δίπλα στο χωριό Καλοπαναγιώτης, στην ανατολική όχθη του ποταμού Στράχου και γεμίζει με ιερότητα την περιοχή Μαραθάσης. Το μοναστήρι του αγίου του Λαμπαδιστού, μπορεί άνετα να θεωρηθεί ως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα βυζαντινά μνημεία της Κύπρου. Η εκκλησία του αγίου πέρασε από διάφορες φάσεις. Βρίσκεται στο μέσο δύο άλλων εκκλησιών, εκείνης του αγίου Ηρακλειδίου και του ναΐσκου του Ακαθίστου. Οι τοιχογραφίες στο μοναστήρι του αγίου Ιωάννου του Λαμπαδιστού, ιδιαίτερα εκείνες της εκκλησίας του αγίου Ηρακλειδίου, ανάγονται στο 12ο και 13ο αιώνα και στους κατοπινούς αιώνες. Πολύ καλά διατηρημένη είναι η τοιχογραφία της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, του 13ου αιώνα. Πρόκειται για υψηλής αισθητικής αξίας τοιχογραφία. Πάμπολλες είναι οι τοιχογραφημένες σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Η παρουσία του θαυματουργού αγίου Ιωάννου του Λαμπαδιστού στον ιερό του χώρο είναι πολύ έντονη. Ο τάφος του βρίσκεται εντός του ιερού ναού. Αληθινό δοχείο του Αγίου Πνεύματος ο άγιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής εορτάζει στις 4 Οκτωβρίου, οπότε συγκεντρώνονται χιλιάδες πιστοί στην τριήμερη πανήγυρή του, τόσο από ολόκληρη τη Μαραθάσα, όσο και από πλείστα άλλα μέρη της νήσου.
Πηγή υλικού
Κλείτου Ιωαννίδη, Εκκλησία Κύπρου – Ιστορία και πολιτισμός 2000 ετών, Εκδόσεις ΑΛΑΣΙΑ, Κύπρος 1997, Δεύτερη έκδοση, σ. 47-80
Επιλογή υλικού
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου
Θεολόγος ΜΑ - Φιλόλογος PhD Φιλοσοφίας