O Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

O Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

O ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ΑΣΠΙΔΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΛΑΙΛΑΠΑ ΤΗΣ ΑΘΕΪΑΣ ΤΟΥ ΛΕΓΟΜΕΝΟΥ «ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ».     

 

Ενώ ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναδεικνύεται περισσότερο από κάθε άλλη περίοδο στον 18ο αιώνα και αποτελεί μόνιμο και ισχυρό όπλο στα χέρια κυρίως των λεγομένων Κολλυβάδων, με προεξάρχοντες σ’ αυτή τη χρήση τον Μακάριο Νοταρά, τον Αθ. Πάριο, τον Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη και τον Νικόδημο τον Αγιορείτη, με απορία που δεν στερείται υποψίας εκ μέρους μου διαβάζω στον Podskalsky για τον Μακάριο Νοταρά ότι  «Στο επίκεντρο της δράσης του βρίσκονταν οι προσπάθειες για την εκ νέου ανακάλυψη και τη διάδοση των Πατέρων της Εκκλησίας» και σε υποσημείωση, σχόλιο της παραπάνω διαπίστωσης, παραθέτει μια παντελώς αναξιόπιστη πληροφορία, που είναι η ακόλουθη: «Αλλά με τόσο εντυπωσιακές “παραλείψεις” όσο των τριών Καππαδοκών, του Ιωάννη του Χρυσόστομου.

Λίγο νωρίτερα μας είχε πληροφορήσει, ο ίδιος ερευνητής, χωρίς να διατηρεί κάποια επιφύλαξη, ότι από τα έργα του [δηλ. του Μ. Νοταρά], «πρωτοκυκλοφόρησε το εμπνευσμένο από τον Μιχαήλ ντε Μολίνος (Breve tratado de la comuniόn cotidiana, Ρώμη 1675) παραινετικό σύγγραμμα για συχνή μετάληψη».

        Είπα ότι είναι αναληθείς οι παραπάνω διαβεβαιώσεις του Podskalsky γιατί το «Βιβλίον ψυχωφελέστατον περί της συνεχούς μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού Μυστηρίων» (Βενετία 1783),στο μεγαλύτερο μέρος του είναι παράθεση εκτενεστάτων χωρίων, στο πρωτότυπο και σε μετάφραση, από τα έργα του Ι. Χρυσοστόμου, αλλά και των «Καππαδοκών», όπως του Μ. Βασιλείου. Και δεν περιορίζεται ο Μακάριος Νοταράς μόνο στην αναφορά του ονόματος του θείου Χρυσόστομου αλλά παραπέμπει ακριβώς και σε συγκεκριμένο κάθε φορά έργο του Αγίου. Πώς λοιπόν είναι ο Μολίνος «εμπνευστής» του Νοταρά; Το ίδιο ισχύει και για το αντίστοιχο έργο του Νεόφυτου Καυσοκαλυβίτη «Εγχειρίδιον Ανωνύμου τινός αποδεικτικόν Περί του ότι χρεωστούσιν οι Χριστιανοί συχνότερον να μεταλαμβάνωσι τα θεία Μυστήρια… Ενετίησι 1777».Και αυτό την βασική του τεκμηρίωση στηρίζει στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Ο Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης και στην «Επιτομή Ιερών Κανόνων» πάλι σε μεγάλο μέρος στηρίζεται στον ιερό Χρυσόστομο και συνεπώς ούτε για έμπνευση από τον Μιχαήλ Μολίνο πρόκειται αλλά ούτε και για «προσπάθειες για την εκ νέου ανακάλυψη των Πατέρων της Εκκλησίας», γιατί, απλούστατα, οι Πατέρες δεν είχαν ποτέ σταματήσει να τροφοδοτούν τον Ελληνισμό και μάλιστα μόλις λίγα χρόνια μετά την Άλωση και μεταξύ αυτών πρωτεύουσα θέση κατείχε ο Ι. Χρυσόστομος. Μια και μόνο ματιά στην Βιβλιογραφία του É. Legrand από τον 15ο αιώνα ως τον 18ο, αλλά και η μελέτη των σχετικών δημοσιευμάτων και μετά την απελευθέρωση και κυρίως στα χρόνια μέχρι το 1850 ο ιερός Χρυσόστομος έρχεται και ξανάρχεται πολλές φορές σε πλείστα δημοσιεύματα. Και το παράξενο είναι ότι στο πρόσωπό του «ενώνονται» από τους Ιησουΐτες και Ρωμαιοκαθολικούς μέχρι τους Προτεστάντες, Λουθηρο-Καλβίνους, ενώ αντίθετα διχάζονται οι Ορθόδοξοι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αλλά και τα μεταγενέστερα, χρησιμοποιώντας τον ιερό Χρυσόστομο με διαφορετικές εκατέρωθεν «ερμηνευτικές» προσεγγίσεις και σκοπιμότητες.

        Σχεδόν 170 χρόνια μετά την Άλωση, το 1623, ανεβαίνει στην Κωνσταντινούπολη, σε δημόσια θεατρική παράσταση, προς τιμήν του Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου, έργο με θέμα τη ζωή του. Το ανεβάζουν οι Ιησουΐτες του Κολλεγίου του Γαλατά και τις πληροφορίες μας δίνει ο ηγούμενος της μονής του Αγίου Βενέδικτου στην Κωνσταντινούπολη και τον Γαλατά, Laurent d’ Aurillac. Στο Αρχείο των Ιησουιτών στη Ρώμη σώζεται η πληροφορία ότι η παράσταση αυτή δόθηκε σε δημώδη γλώσσα (langue vulgaire) και τον λόγο τον εξηγούν οι ίδιοι οι Ιησουΐτες: «Πρώτα για να τιμήσουμε αυτόν τον ένδοξο (glorieux) άγιο αλλά και να κάνουμε να γνωρίσουν ακόμα πιο πολύ τις αρετές κι αυτά που του αξίζουν. Δεύτερον για να κάνουμε περισσότερο γνωστή την εταιρεία μας σ’ αυτή την πόλη. Τρίτον για να κερδίσουμε ευκολότερα την καρδιά των Ελλήνων∙ και γ’ αυτό παρουσιάσαμε αυτή την εκδήλωση ολόκληρη στην δημώδη γλώσσα και στην ίδια μέρα, όπου οι Έλληνες γιορτάζουν τη γιορτή του Αγίου Χρυσοστόμου, δηλαδή δέκα μέρες ύστερα από μας, για να συμμορφωθούμε περισσότερο προς αυτούς και να τους προσελκύσουμε ευκολότερα». Βέβαια, τα αποτελέσματα του προσηλυτισμού τους ήταν ελάχιστα, κατά τη δική τους μαρτυρία. Οι Ιησουΐτες δεν δέχτηκαν την παρουσία στο θέατρο του Οικουμενικού Πατριάρχη Κύριλλου Λούκαρι, τον οποίον υπονόμευαν συνεχώς μέχρι που τον ανέτρεψαν.

        Άγγλοι, πιθανές πηγές των Ιησουιτών, εκδόσανε πολύ νωρίς τον Χρυσόστομο. Το πρώτο ελληνικό βιβλίο που βγήκε από αγγλικό τυπογραφείο ήταν έκδοση δύο ομιλιών του αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου το 1543 και αργότερα 1610-1612 τυπώθηκαν στο Eton Άπαντα του Χρυσοστόμου, με επιμέλεια του Sir Henry Saville, «πρύτανη του Eton», των οποίων ο όγδοος τόμος περιέχει τη βιογραφία του Παλλαδίου, του Γεωργίου Αλεξανδρείας και του Ανωνύμου του 10ου αιώνα. Το 1590 εκδίδονται Ομιλίες του Ιω. Χρυσοστόμου στο Λονδίνο (George Bishop). Παράλληλα προς τις εκδόσεις ο Τουρκοκρατούμενος Ελληνισμός ήθελε να βλέπει και την εικόνα του Αγίου.

        Από τα τέλη του 17ου αιώνα, ο Ιω. Χρυσόστομος αποτελεί βασικό θέμα ζωγραφικής στον Διονύσιο, τον Ιερομόναχο και ζωγράφο, από Φουρνά των Αγράφων. Ο «των ζωγράφων ελάχιστος Διονύσιος ιερομόναχος ο εκ Φουρνά» διδάσκει, και ερμηνεύει, πως ιστορίζονται στον τοίχο ή στην εικόνα μεταξύ όλων των άλλων θεμάτων και «Οι άγιοι ιεράρχαι και τα σχήματα και επιγράμματα αυτών» καθώς και «Πώς ιστορίζεται εκκλησία, τράπεζα». Για τον άγιο Ι. Χρυσόστομο γράφει: «… Οι ιεράρχαι και έμπροσθεν αυτών ο Χρυσόστομος λέγων∙ “Δόξα αρχιερέων καλλονή και ευπρέπεια” και «Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, νέος ολιγογένης, λέγει∙ “Ο Θεός, ο Θεός ημών, ο τον ουράνιον άρτον”. Νοεμ, ιγ΄.» και στο Πώς ιστορίζονται εκκλησίαι γράφει «εις το ιερόν κύκλω της αγίας Tραπέζης ποίησον τους αγίους ιεράρχας,… αριστερά τον Χρυσόστομον και τους λοιπούς επισήμους ιεράρχας με χαρτία και επιγράμματα», στο «Πώς ιστορίζεται τράπεζα: Αριστερά τον Χρυσόστομον λέγοντα∙ Των πριν έκαστος είπερ εκστή σφαλμάτων, σωθήσεται πας εγγυώμαι γνησίως».

Αλλά και ο Φραγκίσκος Σκούφος (1644-1697) στο μοναδικό για τη ρητορική δεινότητα έργο του  Τέχνη Ρητορικής, που εκδόθηκε το 1681 στη Βενετία και έχει ως βασική πηγή του τις Ομιλίες του Χρυσοστόμου, γράφει στον Πρόλογο ότι ακούει τον Χρυσόστομο να προσεύχεται για την απελευθέρωση της Ελλάδας: «φωνάζει από την Πόλιν ένας Χρυσόστομος και σε παρακαλεί να μην κυριεύεται από τους εχθρούς του Υιού εκείνη η χώρα, οπού μίαν φοράν αφιερώθη της Μητρός και Παρθένου».

Ο ίδιος συνθέτει και αποστέλλει με επιστολή επίγραμμα για να γραφεί κάτω από την εικόνα του Ιωάννη Χρυσοστόμου στον ευγενή Λουδοβίκο Ρικάρδι (Louis Riccardi), πλούσιο συλλέκτη πινάκων θρησκευτικών του 17ου αιώνα, που είχε αναθέσει να του ζωγραφίσουν οι πιο περίφημοι ζωγράφοι της Ελλάδας εικόνες αγίων και ζητούσε από τον Φραγκίσκο Σκούφο να του γράψει δίστιχα και τετράστιχα, για να τα τοποθετήσει κάτω από κάθε εικόνα με λακωνική βραχυλογία, που να φανερώνουν το όνομα των αγίων, τις αρετές και τους άθλους. Ο Σκούφος ανταποκρίνεται στο αίτημα του Ρικάρδι και γράφει: «Γράψε εις την εικόνα του χρυσορρήμονος Ιωάννου, οπού έχυνεν από την χρυσεΐαν του γλώσσαν ποταμούς αμβροσίας και νέκταρος·

 

Ούνομα Χρυσούν σοι αρετή τε φυή τε χρυσεία·

νεκταρέη μούνον σευ, πάτερ ευφραδίη». 

 

Και σε άλλη επιστολή ο Σκούφος, προς ένα μαθητή τού Ελληνικού Κολλεγίου της Ρώμης (Ελληνομουσείου), μακαρίζει τη Ρώμη που επαίρεται για τα λείψανα «Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του χρυσορρήμονος των λαμπτήρων της Εκκλησίας και του εκκλησιαστικού στερεώματος, των αδαμαντίνων περιβόλων της πίστεως, ων τα ιερά λείψανα οι προ ημών αδελφοί, του ελληνομουσείου οι τρόφιμοι, γλυκύ φορτίον αχθοφορήσαντες, λαμπαδηφόροι συν δάκρυσιν ενταύθα εκήδευσαν» και συνεχίζοντας γράφει για «τα μεγάλα της Εκκλησίας προπύργια, τα ουρανοβρόντητα χείλη, άπαν κακόδοξον καταπλήξαντα φρόνημα, τα ηδύτατα πλήκτρα του πνεύματος, τα αρραγή βάθρα της πίστεως» κ.λπ.

Τέλος  στο ίδιο έργο του, με τίτλο «Ο Γραμματοφόρος», αφιερώνει ακόμη ένα επίγραμμα στον Ιω. Χρυσόστομο για την εικόνα του και το στέλνει και αυτό στον Λουδοβίκο Ρικάρδι. Γράφει ο Σκούφος «Γράψε εις την εικόνα του Χρυσοστόμου οπού νεκρός θαυματουργά ανοίγοντας  τα χρυσά του χείλη και λέγοντας προς τον λαόν ‘ειρήνη υμίν’, πως θαυμαστότερος από τον ήλιον λάμπει με υπερθαύμαστα έργα και εις την δύσιν του θανάτου·

 

Ήλιος αντείλας φαιδρής περιλάμπεται αίγλης,

ώλεσεν αλλά δύσας φέγγος ο έσχε πάρος». 

 

        Οι ερμηνείες του Ι. Χρυσοστόμου εξάλλου χρησιμεύουν ως πηγή για την ζωγραφική απεικόνιση θεμάτων της Αγίας Γραφής.

Ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος στο βιβλίο του για την Εκκλησία Τραπεζούντος Πόντου γράφει:

«Η μεταμόρφωσις του Σωτήρος εικονίζεται συμφώνως προς την περιγραφήν των ιερών ευαγγελιστών και ιδία του Ματθαίου και προς την σχετικήν ερμηνείαν του ιερού Χρυσοστόμου, ερημία και ύψος και ησυχία πολλή επί του όρους της μεταμορφώσεως φρίκης γέμουσα και έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια εγένοντο λευκά ως το φως. Και ιδού ώφθη αυτοίς (τοις τρισί μαθηταίς Πέτρω και Ιακώβω και Ιωάννη) Μωϋσής και Ηλίας συλλαλούντες μετ’ αυτού. Και νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς, άπερ άπαντα εις πολλήν αγωνίαν αυτούς (τους τρεις μαθητάς) ενέβαλε. Και πανταχόθεν η έκπληξις συνήγετο και έπεσον οι μαθηταί επί πρόσωπον αυτών φοβηθέντες τε ομού και προσκυνούντες».

Στον εικονογραφικό κύκλο των παθών του Κυρίου, όπως εμφανίζεται κατά τον 14ο – 16ο αι., γράφει: «Χαρακτηριστικώς εν τη εικόνι δείκνυται το ιταμόν του Ιούδα όταν βάπτη μετά του Διδασκάλου, και όταν ελεγχόμενος μη κατανύσσηται».

Και τέλος παρατίθεται άλλη μια ερευνητική εικονογραφική περιγραφή του Χρύσανθου με πηγή και πάλι τον Χρυσόστομο:

«Ακολουθεί η σταύρωσις. Ο καλλιτέχνης εξαίρει την αταραξίαν και γαλήνην του εσταυρωμένου συμφώνως προς την περιγραφήν του ιερού Χρυσοστόμου: Συ δε μοι σκόπει πώς και εσταυρωμένος άπαντα αταράχως έπραττε, τω μαθητή διαλεγόμενος περί της μητρός, προφητείας πληρών, τω ληστή χρηστάς υποτείνων ελπίδας. Καίτοι γε πριν ή σταυρωθήναι φαίνεται ιδρών, αγωνιών, δεδοικώς. Τί ποτε ουν τούτό εστιν; Ουδέν άπορον, ουδέν ασαφές. Εκεί μεν γαρ η της φύσεως ασθένεια εδείχθη, ενταύθα δε η της δυνάμεως περιουσία εδείκνυτο».

Ο Ι. Χρυσόστομος δεν απεικονίζεται μόνο στις Εκκλησίες και στις Μονές, αλλά παραστάσεις του έχουμε και σε χειρόγραφα και σε εκδόσεις των έργων του. Σε μουσικό χφ, αριθμ. 258, της Μονής Λειμώνος, Λέσβου έτος 1600 (;), υπάρχει ολόσωμη πολύχρωμη παράσταση του Ιωάννου Χρυσόστομου (φ. 42ν).  Επίσης στο μουσικό χφ αρ. 1297, της Μονής Σινά (έτος 1655) υπάρχει ολοσέλιδη ωραιότατη μικρογραφία του Ιωάννου Χρυσοστόμου (φ.47ν).

Σε εκδόσεις βιβλίων με έργα του Χρυσοστόμου, όπως η έκδοση Βενετίας 1804 (α΄1675), με τίτλο, «Μαργαρίται, ήτοι Λόγοι Διάφοροι του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως» κλπ περιλαμβάνεται ολοσέλιδο χαρακτικό του Ι. Χρυσοστόμου. Το βιβλίο με τίτλο: «Αι θείαι Λειτουργίαι των εν Αγίοις Πατέρων ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου» κλπ, με α΄ έκδοση το 1759, φέρει ολοσέλιδο χαρακτικό του Ι. Χρυσοστόμου. Επίσης χαλκογραφημένη παράσταση του Αγίου Χρυσοστόμου βρίσκουμε στην έκδοση των Λόγων της Ιερωσύνης «Του εν Αγίοις Πατρών ημών Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου» κλπ.

Είπα στην αρχή αυτού του άρθρου ότι στο πρόσωπο του Χρυσοστόμου συνέπεσαν Ιησουΐτες και Προτεστάντες. Για τους τελευταίους να σημειώσω ότι εκδίδουν ή και παραπέμπουν ευρύτατα στα έργα του Χρυσοστόμου, όπως οι Άγγλοι ιερωμένοι της προτεστάντικης Religious Tract Society του Λονδίνου, και μεταξύ αυτών ο Charles Williamson, καθώς και ο ψευδώνυμος Τιμόθεος Κληρόφιλος, της Βιβλικής Εταιρείας της Μάλτας, London Missionary Society, Samuel Sheridan Wilson, και το έργο του «Παλαιονομία». Η προπαγάνδα του Τιμόθεου φθάνει στο σημείο να «πληροφορεί» (το 1828) τους Έλληνες ότι «Χρυσόστομοι εγείρονται από τον τάφον τους», όμως προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η ευσέβεια, όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος, για τη χειροτονία στο ιερατικό αξίωμα, γιατί, αναρωτιέται, «πώς αλλεοτρόπως ήθελε ποτέ αναβλαστήσειν η Ελλάς τους Χρυσοστόμους της;» και φθάνει στο στόχο του: «δεν πρέπει παντάπασιν να ζητήτε γνώμην από τον της Κωνσταντινουπόλεως Πατριάρχην» και εδώ επικαλείται τον Χρυσόστομο για βοήθεια. Το επιλήψιμο είναι ότι και οι Έλληνες συνεργάτες των Προτεσταντών χρησιμοποιούν και αυτοί τον Χρυσόστομο για να προωθήσουν την προπαγάνδα τους. Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης π.χ. στην Απολογία του, εναντίον του Κωνστ. Οικονόμου του εξ Οικονόμων και απέναντι στην απειλή αναθέματος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραπέμπει τον Παναγιώτατο στον Χρυσόστομο «Περί του μη δειν αναθεματίζειν ζώντας ή τεθνεώτας», για να δείξει ότι δεν πτοείται.

Ο ίδιος, υπερασπιζόμενος τις Βιβλικές Εταιρείες, αναφέρεται σε έκδοση του Χρυσοστόμου «Έχομεν ανά χείρας βιβλιάριον, εκδεδομένον εν Κωνσταντινουπόλει εν έτει 1818 εκ του εν  Π α τ ρ ι α ρ χ ε ί ο ι ς  Ελληνικού Τυπογραφείου, και επιγεγραμμένον: «Απανθίσματα εκ του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου περί της αναγνώσεως της Παλαιάς και Νέας Διαθήκης. Νυν πρώτον τύποις εκδοθέντα παρά της εν  Λ ο ν δ ί ν ω   ε τ α ι ρ ε ί α ς   τ ω ν     θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ώ ν   π ο ν η μ ά τ ω ν». Ακόμη και για δικαιολογία της Θεοσέβειας του Καΐρη ανασύρει τον Χρυσόστομο.

Με ίδιο προπαγανδιστικό τρόπο χρησιμοποιεί τον Χρυσόστομο και ο Νεόφυτος Βάμβας, για να στηρίξει την μετάφραση των Γραφών στην ομιλουμένη, κατ’ επιταγήν των Βιβλικών Εταιρειών και ως απάντηση στον Κ. Οικονόμο, που υποστήριζε το αντίθετο, αφού, - όπως έγραφε, - λίγο διέφερε η ομιλουμένη της γλώσσας του Χρυσοστόμου.

Στον ίδιο ρυθμό οι «εν Σμύρνη Άγγλοι και Αγγλαμερικανοί Αποστολοκήρυκες» καταφεύγουν στον Χρυσόστομο για να υποστηρίξουν τις μεταφράσεις τους: «Ότε μ’ όλην την ευγλωττίαν και μάθησιν αυτού παρεκίνει τον λαόν ο Χρυσόστομος να ερευνώσι τας Γραφάς, έκαστος δι εαυτόν, τότε εννοείτο και ωμιλείτο υπό πάντων η αρχαία ελληνική γλώσσα»και «Ιδού τι λέγει και ο Χρυσόστομος περί της θρησκευτικής ανατροφής των παίδων…» και για να πείσουν ότι πολλοί είναι μόνο στο όνομα Χριστιανοί, παραθέτουν τη «σύμφωνη» γνώμη του Χρυσοστόμου σ’ ένα εκτενέστατο απόσπασμα από τον Λογ. Περί Ψευδοπροφητών και ψευδοδιδασκάλων,  ώστε να απαιτήσουν ευγνωμοσύνη προς τις Εκκλησίες τους της Αμερικής και Αγγλίας, που σύμφωνα και με τον Κοραή, όπως γράφουν, θεραπεύουν τους Έλληνες από την «ασθένειά» τους.

Με τα ίδια χρυσοστομικά όπλα έρχονται οι απαντήσεις στα παραπάνω προπαγανδιστικά επιχειρήματα από τον Κ. Οικονόμο: «Ακούσατε τι κηρύττει προς υμάς η χρυσήλατος σάλπιγξ της Εκκλησίας, ο θείος Χρυσόστομος. “Σκληρόν υμίν, άνθρωποι, προς κέντρα λακτίζειν∙ ουκ αμβλύνετε τα κέντρα, και τους πόδας αιμάσσετε. Ουδέν Εκκλησίας δυνατότερον. Λύσατε τον πόλεμον,  μη καταλυθήτε. Άνθρωπον εάν πολεμής, ή ενίκησας ή ενικήθης∙ Εκκλησίαν δε εάν πολεμής, νικήσαι σε αμήχανον […] μη μοι λέγε τείχη και όπλα».Και άλλη ισχυρότερη απάντηση του ιδίου «σε όσα μας εξέρασεν η εν Μελίτη τρομερά εκείνη τυπογραφία η εξ Αμερικής» έρχεται από το αρχέτυπο, τον Χρυσόστομο:  «μας συμφέρει οι ιερωμένοι ημών να εκπαιδεύωνται καθώς οι Χρυσόστομοι», στη γλώσσα που έγραψαν οι Χρυσόστομοι (και όχι στην εκ του εβραϊκού μετάφραση). Τον προφανή στόχο των Λουθηροκαλβίνων ιεραποστόλων αποκαλύπτει ο Σαμουήλ Κύπριος, προβάλλοντας ως ασπίδα προστασίας των Ορθοδόξων τους Πατέρες και ιδιαίτερα τον Χρυσόστομο και το πλούσιο ερμηνευτικό του έργο. Οι ιεραπόστολοι ήθελαν ακριβώς με τη μετάφραση της Καινής στη δημώδη και της Παλαιάς από το εβραϊκό, με κατάργηση της των Ο΄, να ρίξουν στην ανυποληψία και τη λήθη τις Εξηγήσεις των Πατέρων. Αλλά το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατάλαβε τους σκοπούς τους, γι’ αυτό συμβουλεύει: Δότε εαυτούς εις την ανάγνωσιν αυτών των πρωτοτύπων, και ζητήσατε εν τοις απορουμένοις τας  ε ρ μ η ν ε ί α ς των αγίων ημών Πατέρων, των αξιοπίστων  δ ι ε ρ μ η ν ε υ τ ώ ν, ως δοχείων του αγίου Πνεύματος, Χρυσοστόμου λέγω»  και  «Επειδή ο θείος Χρυσόστομος και ο ιερός Θεοφύλακτος κατέβαλον μεν κόπους εις το ιερόν Ευαγγέλιον, αλλ’ ου  μ ε τ έ φ ρ α σ α ν  ούτοι, αλλ’  η ρ μ ή ν ε υ σ α ν  αυτό∙ διότι πάσα μεν ερμηνεία, αύτη και μετάφρασις». Πρότυπο ο Χρυσόστομος ακόμη και στη σύνταξη βιογραφιών, καθώς με τα λόγια του δίνει το μέτρο αναφοράς. Ο Κ. Οικονόμος, στο Βιογραφικόν Σχεδίασμα για τον Αλ. Στούρζα, στον Ι. Χρυσόστομο θα προσφύγει για να κάνει τη διάκριση της Ορθόδοξης Αρετής από την Αριστοτελική. «Ουκ επισκοπείς την εικόνα της αρετής; και γαρ και κεφαλή έχει και μέλη, παντός σώματος ευειδούς και καλού ευπρεπεστέρα. Κεφαλή μεν αυτής, η ταπεινοφροσύνη. Το δε πρόσωπον ερυθρόν… καρδία δε, Γραφών εμπειρία, και δογμάτων ακριβών διατήρησις… και ψυχή η ΕΥΣΕΒΕΙΑ και στήθος χρυσούν, η ανδρεία». Ο βιογραφούμενος Αλ. Στούρζας, σε θεολογικό του βιβλίο, αναφέρει ότι μεταξύ των έργων του περιλαμβάνεται και Μετάφρασις Γαλλική της λειτουργίας του θείου Χρυσοστόμου. Προτρέπει σε μελέτη του Ι. Χρυσοστόμου, του οποίου «η μελισταγής φωνή προσκαλεί όλους τους πιστούς εις ανάγνωσιν και συνεχή μελέτην του θείου νόμου, και μάλιστα τους λαϊκούς».

Ο Αδ. Κοραής χρησιμοποιεί, κατά διαστήματα, τον Ι. Χρυσόστομο, προκειμένου να στηρίξει δικές του ιδεολογικές προκατασκευές, συνήθως λουθηρο – καλβινικές. Άλλωστε σε όλα τους σχεδόν τα φυλλάδια οι ιεραπόστολοι του Λονδίνου και της Μάλτας σ’ αυτόν παραπέμπουν και αυτόν φέρουν ως παράδειγμα των δικών τους προπαγανδιστικών και άλλων προτάσεων. Ας τον δούμε δειγματοληπτικά.

Κατ’ αρχήν θεωρεί παρακμάζοντα τον Ελληνισμό των εκκλησιαστικών συγγραφέων, ωστόσο όμως παραπέμπει σε Ομιλίες του Χρυσοστόμου για να σχολιάσει τη λέξη  Β ι ω τ ι κ ό ς,  ότι δηλ. αυτή εσήμαινε τον Κοσμικό προς διάκριση του Ιερωμένου ή του Μοναχού.Το ίδιο κάνει και για τον προσδιορισμό της έννοιας Α γ ι ό τ η ς, ώστε να «φωτίσει» τους απαίδευτους και εννοεί τους Ορθόδοξους της εποχής του. Και εδώ η Προς Εβρ. του Χρυσοστόμου ομιλία ότι ο κοσμικός είναι άγιος και αδελφός, όπως και ο μοναχός. Με την έμμονη ιδεολογία του περί αμαθείας των συγχρόνων του Ελλήνων, με εξαίρεση μόνο τον ίδιο, ξαναφέρνει στην επιφάνεια τον Χρυσόστομο, από την Ομιλία του προς Αντίοχον, όπου ο θείος Πατέρας γράφει για ειδωλολάτρες Εβραίους και Έλληνες: «Γεώργησον την ψυχήν, και τας ακάνθας έκτεμε∙ σπείρον τον λόγον της ευσεβείας». Αλλά ο Κοραής δε έσπερνε, ξερίζωνε την ευσέβεια της Ορθοδοξίας, με το μίσος του και για το Βυζάντιο και για τους Μοναχούς και τον Κλήρο.

Ο Παπατρέχας του ζήτησε να του δανείσει ο Κοραής από τη βιβλιοθήκη του τον Χρυσόστομο που του άρεσε και ήθελε να τον ξαναδιαβάσει. Βέβαια και ο Παπατρέχας ζούσε στον «καιρό της αμαθίας του»μέχρι που συνάντησε τον Κοραή και «φωτίστηκε» ο αγαθός ιερέας και μετατράπηκε σε «Χρυσόστομο της Βολισσού». Όταν όμως ήρθε η ώρα να εκδοθεί ο Χρυσόστομος, ώστε καθένας να τον έχει σπίτι του και να μην έχει την ανάγκη να τον δανείζεται από τον Κοραή, ο σοφός Γέρων των Παρισίων έδειξε το πραγματικό του πρόσωπο. Η υπόθεση έχει ως ακολούθως: Δημοσιεύεται στο Λόγιο Ερμή του 1820 Προκήρυξη από το Ιάσιο, ότι αποφασίσανε ο Μολδαβίας Βενιαμίν, ο Ειρηνουπόλεως και Βατοπαιδίου Γρηγόριος κ.α. να εκδώσουν τα συγγράμματα του Χρυσοστόμου, γιατί όπως γράφουν, θεωρούν ότι «προέχει πολλώ των άλλων, εν τε τη ηθική διδασκαλία και πνευματική σοφία, και των ιερών Μυστηρίων απάντων». Εξηγούν ότι οι εκδόσεις από ξένους του Χρυσοστόμου έχουν γίνει σπάνιες και κυρίως αυτές της Ετώνης (1613), Φραγκφούρτης (1697), Παρισίων (1718), Βενετίας (1741). Επιθυμούν δηλαδή να εκδοθεί όλος ο Χρυσόστομος από Έλληνες και για Έλληνες σε χαμηλή τιμή και ευμεταχείριστος. Το Φεβρουάριο του 1820 εκδόθηκε η προκήρυξη για προγραμματιζόμενη έκδοση των Απάντων του Χρυσοστόμου και 19 Απριλίου του 1820 έρχεται και το σχόλιο του Κοραή, εμβόλιμο σε όσα γράφει για έκδοση του Ιπποκράτη. Γράφει για να προετοιμάσει τον εκδότη του Λ.Ε. ότι την κρίση του του γι’ αυτό θα την εκθέσει σε εκτενή επιστολή, που τον παρακαλεί να την δημοσιεύσει. Στις 6 Οκτωβρίου 1820 την έχει έτοιμη και δημοσιεύεται στο τεύχος του Νοεμβρίου 1820 αλλά φυσικά κατά την συνήθειά του με ψευδώνυμο Ι.Κ.  Εκεί, μεταξύ των άλλων, γράφει ότι έρχεται «να λαλήσει» για την έκδοση των χρυσοστομικών συγγραμμάτων και αποφαίνεται ότι δεν λείπουν τα χρυσοστομικά βιβλία μπροστά στην «αρρωστίαν μας». Προτείνει Ταμείο Χρηματικό για την φοίτηση των νέων στην «φωτισμένην Ευρώπην» και παρακάτω θα πει να πηγαίνουν οι νέοι στη Γερμανία, Ιταλία και στη Μητρόπολη του πολιτισμού, το Παρίσι και συνιστά να συνεισφέρουν δωρέαν και οι ιερείς από τα εισοδήματα της επαρχίας τους. Το ίδιο να κάνουν και τα μοναστήρια και εδώ ανασύρει πάλι τον Χρυσόστομο, για να επιτεθεί κατά των Μοναχών, αναφέροντας από τον Χρυσόστομο, ότι στον καιρό των Αποστόλων δεν υπήρχαν μοναχοί. Στη συνέχεια προκρίνει, αντί Χρυσοστόμου, έκδοση Εκκλησιαστικής Ιστορίας και ρίχνοντας το προσωπείο γράφει: «Χρυσόστομον να εκδώσωμεν, όταν μας λείπη ακόμη μετάφρασις της Παλαιάς Διαθήκης! όταν μας λείπη και ο μέλλων να την μεταφράση απ’ αυτήν την Εβραϊκήν γλώσσαν, και όχι από μεταφράσεις άλλας! Τις εξ ημών, ιερωμένος ή κοσμικός, τολμά να καυχηθή, ότι νοεί διόλου την μετάφρασιν των Εβδομήκοντα; και όμως αυτή έγινεν αχώριστος ανάγνωσις πάσης εκκλησιαστικής ακολουθίας. Απαγγελία λόγων αγνώστων είναι βαττολογία, ομοιάζουσα τας μαγικάς επωδάς.

Χρυσόστομον να εκδώσωμεν, χρήσιμον εις μόνους τους γνωρίζοντας την Ελληνικήν γλώσσαν, όταν έχωμεν ακόμη τόσον απαίδευτον λαόν, οι οποίοι δεν γνωρίζουν ούτε γραφήν ούτε ανάγνωσιν.

Ο Κοραής δέκα χρόνια μετά, το 1830, ξανακαταφεύγει στον Χρυσόστομο, για να εξυπηρετήσει και πάλι τα «φωτεινά» ιδελογήματά του. Στον Διάλογο περί του εν Ιεροσολύμοις αγίου φωτός, προκειμένου να εξαπατήσει τους αναγνώστες φέρνει επιχειρήματα από τον Χρυσόστομο για να θεμελιώσει, όπως νομίζει, την άρνησή του να πιστέψει στο θαύμα του αγίου φωτός στον τάφο του Χριστού. Γράφει: «Περί των πατέρων της Εκκλησίας αρκεί να ονομάσω τον Χρυσόστομον. – Πιθανόν ότι αυτός αναφέρει τίποτε περί του αγίου Φωτός. – Εξεναντίας όχι μόνον δεν το αναφέρει αλλ’ εις πολλά μέρη των Ομιλιών του λέγει ρητώς ότι εις τους χρόνους του θαύματα πλέον δεν εγίνοντο. – Καλέ τι λέγεις! – Αυτά του Χρυσοστόμου τα λόγια∙ Τα σημεία τότε χρησίμως εγίνετο, και νυν χρησίμως ου γίνεται (Ομιλ. ε΄ εις την Α΄ προς Κορινθ.) […]. Εγώ επληροφορήθην ότι εκ του Χρυσοστόμου, καθώς και εκ των Αποστόλων τους χρόνους, το άγιον φως ήτον άγνωστον».

Αντίθετα προς τον Κοραή, ένας Κοραϊστής και εκδότης του Κοραή, ο Ανδρέας Μάμουκας, καταφεύγει και αυτός στον Χρυσόστομο, όχι όμως για να τον διαστρέψει αντιεκκλησιαστικά, αλλά για να στηρίξει τις θέσεις του για τους Νεομάρτυρες και κατά των «Μαρτυρομάχων». Για τον ίδιο λόγο ο Νικόδημος Αγιορείτης μνημονεύει τον Χρυσόστομο στο Νέο Μαρτυρολόγιο «καθώς λέγει ο θείος Χρυσόστομος· το Μαρτύριον ου τη αποβάσει κρίνεται μόνον, αλλά και τη προθέσει». 

Ο Αθ. Πάριος, Δάσκαλος του Μάμουκα, στο Νέο Λειμωνάριο προσφεύγει στον Χρυσόστομο, για να αντιμετωπίσει τους εχθρομάρτυρες: «Εκείνο δε οπού από μιας αποφράττει τα απύλωτα αυτών στόματα, είναι εκείνο όπου ο θείος Χρυσόστομος γράφει ότι και Αθλητάς ορώμεν, μετά πολλά πτώματα, στεφανίτας […] πολλοί δε και των Χριστόν αρνησαμένων […] τον του Μαρτυρίου στέφανον απήλθον αναδησάμενοι».

Δικαίως ο Νικόδημος ο Αγιορείτης, στο εγκώμιό του, στην ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Χρυσοστόμου, έγραφε: «όλοι κοινώς οι νεώτεροι διδάσκαλοι, καλλωπίζουσι και ωραΐζουσι τους λόγους και τα συγγράμματά των, καν χάλκινα, και λίθινα και ξύλινα είναι (ήτοι ποταπά και ευτελή) με τας παγχρύσους μ α ρ τ υ ρ ί α ς τας εδικάς σου.

Σε όλη τη διάρκεια της τυραννίας ο Ορθόδοξος Ελληνισμός επικαλείται τη μαρτυρία του Χρυσόστομου, για να αντιμετωπίσει την πλημμυρίδα των προβλημάτων του και να παραμείνει αλώβητος. Οι Έλληνες και στην Ευρώπη και κάτω από τους Οθωμανούς συγκροτούσαν βιβλιοθήκες με βασικό θεμέλιό τους τον Χρυσόστομο, είτε σε εκδόσεις των έργων του, είτε σε χειρόγραφα. Στην Ολυμπιώτισσα, Μονή της Παναγίας στην Ελασσόνα της Θεσσαλίας (14ος αι.), συγκροτείται βιβλιοθήκη από λόγιο Έλληνα της Βιέννης που επιστρέφοντας (1777) έφερε μαζί του 400 τόμους μεταξύ των οποίων οι 13 τόμοι είναι Άπαντα Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Και στον Κατάλογο χφ περιλαμβάνονται πολλά έργα του Χρυσοστόμου. Ο αρ. 17, ιε΄αι., φ1 (ακέφαλος) είναι διήγησις περί της μετακομιδής των λειψάνων του Ιωάννου Χρυσοστόμου, και στο τέλος γράφεται: «Ο γαρ θέλων και μετά θάνατον την όντως ζήσαι ζωήν ταις σαις διδασκαλίαις, σού πείθεται και τας ευχάς σου επιζητεί».

Ο Ευγένιος ο Αιτωλός γράφει στη διαθήκη του (1669): «Τους οκτώ τόμους του Χρυσοστόμου αφήνω εις την Εκκλησίαν της Παναγίας μου Τριάδος εις το Καρπενήσι».

Ο Vasiliev έγραψε για τον Χρυσόστομο ότι έχει χαρακτηρισθεί ως ένα από τα ωραιότερα παραδείγματα ηθικής και θάρρους που έχει ποτέ παρουσιάσει η ανθρωπότης. Σκληρός για την αμαρτία και γεμάτος από ευσπλαχνία για τους αμαρτωλούς. Ο λόγος που χρησιμοποιήθηκε ο Χρυσόστομος σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας δεν είναι μόνο η λειτουργία του, αλλά κυρίως οι λόγοι του, που τροφοδοτούσαν τους ανθρώπους, με τη βοήθεια των δασκάλων, των ιεροκηρύκων, των Μοναχών αλλά και των λογίων του Γένους, να αντιμετωπίσουν τις αιρέσεις, να στερεωθούν στο ορθόδοξο δόγμα, να υπομείνουν τη θυσία για την Πίστη περιφρονώντας τους τυράννους, να εξουδετερώνουν τους εξισλαμισμούς, να αντιστέκονται στις παντοειδείς προπαγάνδες των «Διαφωτιστών» κατά του Κλήρου, της Εκκλησίας, των Αγίων, των Μαρτύρων, των Μοναχών. Ο Χρυσόστομος ήταν πολύτιμος σύντροφος και σοφός καθοδηγητής. Οι εξηγήσεις του φώτιζαν το νου και τόνωναν τη δύναμη της αντίστασης απέναντι στην απατηλή ιδεολογία της Ευρώπης.

Ποια ήταν αυτή η «φωτισμένη» Ευρώπη μας το λένε όλοι οι συγγραφείς, ιερωμένοι και λαϊκοί, στα έργα τους σε όλη τη μακρόχρονη τυραννία. Ο Σέρβος Αρχιμανδρίτης π. Ιουστίνος Πόποβιτς, εξηγεί τι ήταν η πολυδιαφημισμένη Ευρώπη, που τόσο βάναυσα κατηγορήθηκαν από τους ευρωπαϊστές, όσοι αντιτάχθηκαν σ’ αυτή με σθένος και αποκάλυψαν τη σκευωρία της με τις απατηλές ιδέες της δήθεν ελευθερίας, ισότητας και αδελφότητας. Γράφει ο Ι. Πόποβιτς: «Τι είναι η Ευρώπη; Ο πάπας και ο Λούθηρος».Και αλλού υπογραμμίζει: «Αληθινός παιδαγωγός είναι εις την πραγματικότητα μόνον ο Άγιος. Άνευ των αγίων δεν υπάρχουν αληθινοί διδάσκαλοι και παιδαγωγοί, ούτε αληθινή παιδεία άνευ της αγιότητος. Άνευ του φωτισμού  δεν υπάρχει διαφωτισμός. Αληθινή παιδεία και                             δ ι α φ ω τ ι σ μ ό ς δεν είναι άλλο τι παρά ακτινοβολία της αγιότητος. Μόνον οι Άγιοι είναι αληθώς φωτισμένοι» και τέλως σημειώνει «Η απαράμιλλος αηδών του Ευαγγελίου του Θεανθρώπου, ο άγιος Χρυσόστομος ευαγγελίζεται: Θεμέλιός εστι της καθ’ ημάς φιλοσοφίας η ταπεινοφροσύνη».  Η Ευρώπη του Παπισμού, του Λουθηρανισμού και των εμφυλίων αποκεφαλισμών, της δήθεν Γαλλικής Επανάστασης και του αθεϊσμού, ο ορθολογισμός του Διαφωτισμού καλλιέργησε την υψηλοφροσύνη και τον ατομισμό, δηλαδή την απόγνωση, το αδιέξοδο και τους πολέμους. Ο υποδουλωμένος Ελληνισμός, όμως, με τις αντιστάσεις του, με ασπίδα τον Χρυσόστομο, καθημερινά από την επόμενη μέρα της Άλωσης έψαλλε «Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου και της των πάντων ενώσεως… και καιρών ειρηνικών… υπέρ του ρυσθήναι ημάς από πάσης θλίψεως». Η ευχή καθημερινή «Κύριε ο Θεός ημών, σώσον τον λαόν σου… ότι σον το κράτος και σού εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα… φρούρησον ημών την ζωήν, ασφάλισαι ημών τα διαβήματα».

Τον Χρυσόστομο, λοιπόν, διδάσκουν στα σχολεία. Τον Χρυσόστομο διαδίδει σε όλη την περιοχή της τουρκοκρατούμενης Βορείου Ηπείρου ο ιερομόναχος Μοσχοπολίτης Νεκτάριος Τέρπος και μάλιστα μεταγράφοντάς τον στην δημώδη ή και παραφράζοντάς τον, για να γίνει κτήμα όλων. Δανείζομαι δείγματα από το βιβλίο του «Πίστις» (1732). Στο κεφάλαιο «Βίοι μερικών Αγίων Μαρτύρων των δώδεκα μηνών εν συντομία, οίτινες άθλησαν δια το όνομα του Χριστού» Μην Νοέμβριος 13. Ο δε μέγας Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος δια την άκραν του αρετήν, και παρρησίαν όπου είχε προς τον Θεόν, είδεν οφθαλμοφανώς εις την θείαν και ιεράν λειτουργίαν, οπόταν εχειροτονήθη, το Πανάγιον Πνεύμα ωσάν περιστέρι απάνω εις την ιεράν του κεφαλήν, έστωντας να είναι άξιον αγγείον του Αγίου Πνεύματος, από το οποίον έμελλε να φωτίση, καθώς και εφώτισεν, όλον τον κόσμον, με ταις χρυσαίς του διδασκαλίαις» και στο χωρίο που θα δώσω εξηγεί σαφέστατα γιατί προβάλλει τον Χρυσόστομο. Γράφει: «Ο αυτός ιερός Χρυσόστομος μας ερμηνεύει, λέγοντας: «Οπόταν εσύ, ω άνθρωπε, ευρίσκεσαι υστερημένος παντελώς από ελπίδα και βοήθειαν ανθρωπίνην, τότε μην πέφτης εις απόγνωσιν, μήτε να αμελήσης, αλλά παρευθύς ας αρπάσωμεν την άγκυραν, ήγουν το σχοινί της πίστεως, οπού είναι η ελπίδα, και ρίξε ευθύς αυτό το εργαλείον της ελπίδος, όχι εις την θάλασσαν, μα εις τον ουρανόν, την βάρκα όπου πειράζεται από την φουρτούναν, ήγουν ο νους σου οπού ενοχλείται από την φορτούναν των λογισμών, και έτζι θέλεις ελευθερωθεί εύκολα από τον αυτόν κίνδυνον».

Ο Χρυσόστομος τροφοδοτούσε την ελπίδα και το θάρρος, ότι η σωτηρία δεν θα αργήσει να έρθει και επομένως έπρεπε να διατηρεί ο Ελληνισμός αλώβητη την παράδοσή του. Με στήριγμα τον Χρυσόστομο όλοι οι μεγάλοι δάσκαλοι του Γένους του δίδαξαν και το θεολογικό δόγμα και τις παραδοσιακές αξίες, ώστε να διατηρήσει αρραγή τα αιώνια όρη και στις κακουχίες του να επαναλαμβάνει το Δόξα τω θεώ πάντων ένεκεν.

Ο Ευγένιος Βούλγαρης τον Χρυσόστομο επικαλείται σε όλα τα θέματα, στο Θεολογικό του, με συγκεκριμένες παραπομπές στο έργο του, ώστε και οι πολυάριθμοι μαθητές του, σε όλα τα σχολεία που δίδαξε από αυτό το χειρόγραφό του, να απομνημονεύουν παράλληλα προς τους θείους κανόνες και τον ιερό Πατέρα. Ο θείος Χρυσόστομος γεμίζει τις σελίδες του Θεολογικού και τα παραθέματα είναι πλούσια από την ερμηνευτική του θεολογία. Καλλιεργείται έτσι η ιερά παίδευσις, που θα θεραπεύσει τον ψυχικά ταλαιπωρημένο και θα διδαχθεί τα πολλά νοήματα που υπολανθάνουν στις Γραφές, αφού είναι θεία και όχι ανθρώπινα δόγματα.

Με τον Χρυσόστομο θα αντιμετωπίσει τους αιρεσιάρχες, ώστε να διατηρήσει την παράδοση, που ο Ευγ. Βούλγαρης ορίζει «Παράδοσίς εστι ρήμα Θεού άγραφον∙ ό,τι εν τη θεία Γραφή ου κεχάρακται∙ καίτοι εν τοις βιβλίοις των θεοφόρων πατέρων, και εν τοις πρακτικοίς των συνόδων πολλαί παραδόσεις αναγινώσκονται» και κατά τον Χρυσόστομο την παράδοσιν αξίαν νομίζεσθαι πίστεως.  Η Εκκλησία είναι ο τόπος που ομοιάζει με δείπνο και εισέρχονται και αυτοί που δεν έχουν ένδυμα γάμου. Οι διωγμοί του εχθρού, για να την αφανήσουν πολλοί, αλλά ο θείος Χρυσόστομος βεβαιώνει, ότι πιθανότερο είναι να σβήσει ο ήλιος, παρά να εξαλειφθεί η Εκκλησία. Για το  α κ α τ ά λ η π τ ο  και αόρατο θα επιστρατευθεί ο Χρυσόστομος στο περί ακαταλήπτου, για να δοθούν επιχειρήματα αντιμετώπισης της εκάστοτε δολιότητας και κακοφροσύνης της σύγχρονης του Βούλγαρη, όπως επί Χρυσόστομου Άρειος, Ευνόμιος κ.ά και θα γίνει κτήμα των μαθητών, αναγνωστών και ακροατών ότι «σαφές της πίστως δόγμα, τον Θεόν φύσει                     α κ α τ ά λ η π τ ο ν  είναι»

Ο θείος Χρυσόστομος διερμηνεύει την συνομιλία του Χριστού με τους Αποστόλους μετά την Ανάσταση. Με τον Χρυσόστομο προσδιορίζεται ο πολύ μικρός αριθμός των αγίων και αμώμων, των εκλεκτών, ώστε να αυξήσει τον αριθμό των δικαίων

Το ανακόλουθον  των συμπερασμάτων των Λατίνων, ότι το πνεύμα εκπορεύεται υπό του υιού, ο θείος Χρυσόστομος, στον περί Αγίου Πνεύματος λόγο, καταρρίπτει με πλείστα επιχειρήματα. Ενίσχυση από τον Χρυσόστομο έρχεται, ότι κάθε άνθρωπος έχει φύλακα άγγελο, άρα εξουδετέρωνε το φόβο απέναντι στη βία, όπως αυτή ήταν συνεχής στα χρόνια της δουλείας. Το Περί Αγγέλων στο «Θεολογικό» του Ευγ. Βούλγαρη καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του έργου του.Πάντα με τον Χρυσόστομο, φυσικά μεταξύ και άλλων πατέρων, ο Βούλγαρης δίνει όπλα για ν’ αντιμετωπίσουν οι σύγχρονοί του τα ιοβόλα των ανόμων και κακοφρόνων αιρετικών βέλη και τα ύπουλα φρονήματα στο θέμα της ενανθρωπήσεως. Και το σπουδαιότερο από πλευράς συμβολικής και αλληγορικής ερμηνείας είναι το ΚΒ΄  κεφάλαιο του Δ΄ Βιβλίου της «Ιεράς Θεολογίας» «Ο Χριστός εστί Βασιλεύς». 

Ο Χρυσόστομος υπενθυμίζει στο δούλο Γένος ότι είναι το πρώτο του μέλημα να διατηρήσει την ανθρώπινη φύση του, την ελεούσα και φιλάνθρωπη και όχι την θηριώδη του π λ ε ο ν έ κ τ η  της εξουσίας, του πλούτου, της δύναμης. Τα τελευταία παραδείγματα μπορούσαν να μεταφερθούν και στους θηριώδεις της «φωτισμένης» Ευρώπης – χαρακτηριστικά της θηριωδίας του Ναπολέοντα είναι δύο σονέττα του Σολωμού – και στους τυράννους Τούρκους, ή και Έλληνες θηριόμορφους και από την τάξη την εκκλησιαστική. Στόματα θηρίων, φόνον εργαζόμενα είναι οι πλεονέκτες. Καταγέλαστοι επίσης, κατά Χρυσόστομο, είναι οι  κ ε ν ό δ ο ξ ο ι, που κάνουν τα πάντα για να θαυμάζονται από τους άλλους. Είναι σαν τα προσωπεία με λαμπερή όψη και ένδον κενοί, γεμάτοι ατιμία, δείγμα ψυχής ταπεινής και ευτελούς. Δύο αιώνες πριν από την Πτώση, ο προκάτοχος του Μακαρίου Νοταρά στον Μητροπολιτικό θρόνο της Κορίνθου, Γρηγόριος Πάρδος, συνιστούσε «Εν τοις συμβουλευτικοίς κείσθω σοι προπάντων εις α ρ χ έ τ υ π ο ν  ο Χρυσόστομος».

Εκτενέστερη χρήση του Χρυσοστόμου, ως αρχετύπου, κάνουν οι Κολλυβάδες και κυρίως ο Αθανάσιος ο Πάριος, που δεν έχει αφήσει έργο του γνωστό ή άγνωστο που να μην επικαλείται τη μαρτυρία του Χρυσοστόμου, για να ενισχύσει τα δικά του επιχειρήματα. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω μερικά έργα του: 

Και στη συνέχεια αποκαθιστά τα ρητά «του πρώτου των διδασκάλων, ήτοι του θείου Χρυσόστομου, εις το «εδάκρυσεν ο Ιησούς»,  και διευκρινίζει εναντίον των παραχαράξεων του Βησσαρίωνος:

  «Έπρεπε, λοιπόν, αυτοί οπού προβάλλουν τον Χρυσόστομον να στοχασθούν, ότι και άλλος εκ του αντιθέτου έχει να τους αντιπροβάλη τον ίδιον Χρυσόστομον.

Ένα ισχυρό θέμα που συγκινεί το Γένος, από τον 16ο αι. και μετά, είναι τα σχόλια του Χρυσοστόμου  στον Δανιήλ, κεφ. η΄, για τον Μέγα Αλέξανδρο.

Θα κλείσω  με μια εξαιρετικά εγκωμιαστική αναφορά του Επισκόπου Κυθήρων Μάξιμου Μαργούνιου, σε επιστολή του (1592), που περιλαμβάνεται στη σπάνια έκδοση των Ομιλιών του Χρυσοστόμου Κατά Ιουδαίων του David Hoeschel (1602) και που για την οποία δεν γίνεται καμμία αναφορά από τον Podskalsky, αν και η βιβλιογραφική αναγραφή υπάρχει στον Legrand στον Α΄ τόμο του 17 αι. που παραπέμπει. Ο Χρυσόστομος χαρακτηρίζεται με τα ακόλουθα λόγια από τον Μ. Μαργούνιο [τα αποδίδω εγώ]: Η πρόνοια του Θεού για τη σωτηρία μας είναι δυσερμήνευτη. Όμως άφησε στην εκκλησία τους θείους και ιερούς άνδρες διαπρεπείς για την Χριστιανική Πολιτεία τους, ώστε οι ύστερα απ’ αυτούς να έχουν πρότυπα θεωρίας και πράξης για να προσανατολίζουν τα βήματά τους και συνεχίζει:

Ο θαυμαστός Χρυσόστομος είναι ένας απ’ αυτούς, που ως χρυσορρόας Νείλος, δηλαδή, που τα έργα του ρέουν χρυσάφι και αρδεύουν τον αγρό με άφθονα πνευματικά ρεύματα συνεχώς, αφού προτρέπουν, ελέγχουν, φιλτράρουν και δείχνουν την αληθινή πίστη με δεινότητα και γλώσσα που μπορεί και λίθους να συγκινήσει και να δαμάσει σκληρές – αδαμάντινες ψυχές και να επισωρεύσει άριστο και πλούσιο τον στάχυ στον οικοδεσπότη […] 1592.

        Τεράστια είναι η συγκομιδή από τον Χρυσόστομο, στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, ακόμη και στον τομέα του Εκκλησιαστικού Δικαίου. Το Πηδάλιον των Αγαπίου και Νικοδήμου το Κανονικόν του Χριστοφόρου Προδρομίτη,  το Κανονικόν του Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτη βρίθουν από την αρωγή του Χρυσοστόμου στην Ερμηνευτική και τον σχολιασμό των Ιερών Κανόνων.

        Άλλωστε, όπως είπαμε, ο Χρυσόστομος είναι κυρίως παρών στην περίοδο της μεγάλης προπαγάνδας αιρετικών, τεκτόνων κ.ά. και στον αιώνα τον λεγόμενο κατ’ ευφημισμό του «Διαφωτισμού».

        Δεν είναι λοιπόν ο Ιγνάτιος Λογιόλα και οι Ιησουΐτες που έφεραν στο προσκήνιο τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, αλλά οι Ορθόδοξοι Έλληνες διδάσκαλοι, μοναχοί, κληρικοί, λαϊκοί, που διέδωσαν σε όλο το δούλο γένος τον Χρυσόστομο, ακόμη και στην Κύπρο, όπου ο Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος (1134 – 1219) είχε προηγηθεί σε εγκώμια και χαιρετισμούς προς τον Χρυσόστομο. Αυτός ο «μέγιστος φωστήρας, ο άγιος Νεόφυτος, ο αστέρας του στερεώματος της Κυπριακής Εκκλησίας» είχε στρώσει το δρόμο για τους μεταγενέστερους με τον Χρυσόστομο, τον εισηγητή της ελεημοσύνης, τον αντίπαλο της πλεονεξίας και αδικουμένων επίκουρο. 

        Ο Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου Σπυρίδων Μήλιας περιλαμβάνει στο δίτομο έργο του (1761), με κανόνες των Συνόδων και των Πατέρων, και τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο και τη σχετική με το πρόσωπό του αλληλογραφία.

Επίσης στις εκδόσεις έργων του Χρυσοστόμου υπάρχει προσπάθεια και ευχερούς μελέτης, με τους «Πίνακες κατά στοιχείον»  καθώς και κατανόησης με την απόδοση στην απλή γλώσσα με χαρακτηρισμούς όπως:  εξήγησις, διασάφισις, πεζευθέντες (Λόγοι) μετάφρασις, μεταγλώττισις.  

 

 

Πηγή Υλικού:

Μαρία Μαντουβάλου Αναπληρώτρια Καθηγήτρια των σχέσεων της Νεολληνικής Φιλολογίας με την Αρχαία και Βυζαντινή Γραμματεία της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

 Επιλογή Υλικού

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου

Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. 




ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
Powered by active³ CMS - 28/03/2024 11:04:34 πμ