Ο απολογισμός του έργου του Αγίου Αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη

Ο απολογισμός του έργου του Αγίου Αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη

Με σπάνια ομοφωνία όλοι οι ιστορικοί εξυμνούν τον Ιωάννη Βατάτζη. Οι Βυζαντινοί ιστορικοί, ομόφωνα τον επαινούν και τον κατατάσσουν μαζί με τους μεγαλύτερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου. Οι σύγχρονοι  ιστορικοί (Έλληνες και αλλοδαποί), επίσης εγκωμιάζουν τον Διδυμοτειχίτη άγιο αυτοκράτορα, αναγνωρίζοντας την καθοριστική συμβολή στην ανασύσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και στην ανακάλυψη της βασιλεύουσας. Ιδιαιτέρως για τους Έλληνες ιστορικούς, που ασχολήθηκαν με τη συνένωση και τη συνέχεια του ελληνισμού, και τη δημιουργία του νέου ελληνισμού, και τη δημιουργία του νέου ελληνισμού, ο Ιωάννης Βατάτζης αποτελεί ένα μεγάλο κεφάλαιο. Για του λόγου το αληθές, παρακάτω παραθέτουμε τις απόψεις Βυζαντινών αλλά και σύγχρονων ιστορικών σχετικά με το έργο και την προσωπικότητα του.

Ο υιός και διάδοχος του, ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης (1223-1258) , για τον οποίο ο πατέρας του έκανε ό,τι μπορούσε για τη μόρφωση του, και είχε αναθέσει την αγωγή του υπό την αυστηρή επίβλεψη των καλύτερων λογίων της εποχής, με επικεφαλής τον Νικηφόρο Βλεμμύδη και τον Γεώργιο Ακροπολίτη, έγραψε με θαυμασμό για τον πατέρα του αναφερόμενος: «ο Ιωάννης ένωσε τη χώρα που είχε τεμαχιστεί από τους Λατίνους, Πέρσες, Βουλγάρους, Σκύθες και άλλους τυραννικούς ξένους. Τιμώρησε τους άρπαγες και προστάτευσε τη χώρα του. Έκανε τη χώρα μας απρόσιτη εις τους εχθρούς».

Ο Γεώργιος Ακροπολίτης (1217-1281) στο έργο του «Χρονική Συγγραφή», αναφερόμενος στα ηγετικά προσόντα του Ιωάννη Βατάτζη, αναφέρει ότι: «ακόμη και δέκα φορές μεγαλύτερη χώρα αν είχε υπό την εξουσία του ο αυτοκράτορας Ιωάννης, πάλι θα μπορούσε να την κυβερνήσει σωστά και να την προφυλάξει από τους εχθρούς». Ο Ακροπολίτης γνώρισε από κοντά τον Βατάτζη και στο προαναφερθέν έργο του , τον επαινεί ότι ήταν φιλάνθρωπος, πράος και φιλόδωρος. Στον επιτάφιο λόγο: «Επιτάφιον τω αοιδίμω βασιλεί κυρώ Ιωάννη» που έγγραψε για τον Βατάτζη, είναι σε πολλά μεροληπτικός. Εκ των πραγμάτων όμως αναγνωρίζει τη μεγάλη αξία του Διδυμοτειχίτη αυτοκράτορα και σε ένα σημείο του έργου του γράφει ότι το γένος των Ρωμαίων δεν είχε ποτέ τέτοιον αυτοκράτορα. Πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη πως ο Ακροπολίτης ήταν εκπρόσωπος των ευγενών, και τις γνώμες των μεγάλων φεουδαρχών, με τους οποίους, όπως είδαμε ο Βατάτζης συγκρούστηκε σφοδρά κοιτώντας το όφελος του λαού. Επίσης φιλονίκησε πολλές φορές με τον Βατάτζη αλλά και με το γιό του τον Θεόδωρο. Διώχτηκε μάλιστα για τις ραδιουργίες του και τις αντιπολιτευτικές του ενέργειες. Παρ’ όλο που δεν κρύβει την εμπάθεια του, αναγκάζεται να επαινέσει σε πολλά τον Βατάτζη.

Ο Ανώνυμος Βυζαντινός συγγραφέας αναφέρει για τον Ιωάννη Βατάτζη τα εξής: «Ο Βατάτζης κατά τε την περί τα θεία ευλάβειαν και την περί τους υπηκόους κηδεμονίαν είχε τα πρωτεία ως προς τους προ αυτού βασιλεύσαντας. Προς τους μονάχους εφέρετο μετ΄ αιδημοσύνης, θεωρών ως ανθρώπους του Θεού, τους αρχιερείς δε και ιερωμένους εθεωρεί ως μεσίτας προς το θείον, και ομιλών προς αυτούς και αναστρεφόμενος διατίθετο ως εάν ωμίλει προς Θεόν. Αναρίθμητα δε αγαθά και ευεργεσίας προσήνεγκεν εις πόλεις και μεγίστας και περιφανείς, και μικράς και αφανείς εν τε τη ανατολή και τη δύση, πολλά διαπράξιας εις ασφάλειαν αυτών δια της ανεγέρσεως τειχών και περιβόλων, και άλλων οχυρωμάτων, δια της εναποθηκεύσεως επιτηδείων του πολέμου τόξων και βελών και θυρεών και θωράκων, και μηχανημάτων πετροβόλων προς άμυναν, δια της ιδρύσεως εις τας μεγάλας πόλεις τεχνουργείων προς κατασκευήν όπλων, άτινα απετίθεντο εις δημόσια οπλοστάσια, δια της εναποθηκεύσεως εις δημόσια οπλοστάσια, δια της εναποθηκεύσεως τροφών, σίτου και κρίθης, οίνου και ελαίου και άλλων σπορίμων και χρεωδών, φυλασσομένων δια τους χρόνους της αφορίας και ενδείας. Εν Μαγνησία δε ηδύνατο τις να εύρει παν ό,τι ήθελε ζητήσει ου μόνον εκ των της εγχωρίου παραγωγής της Ανατολής, αλλά και των εκ των της Αιγύπτου και Ινδιών και άλλων μερών της οικουμένης. Αλλά πλην τούτου κατά πόλεις συνήθροισε και βιβλιοθήκας πασών των τειχών και επιστημών. Εξετέλεσε δ’ επίσης απογραφήν της χώρας, απονείμας εις έκαστον των υπηκόων του μερίδα γης, ώστε να ζει εν ευπορία… Είχε δ’ επίσης ίππων αγέλας και βοών και προβάτων και καμήλων τοσαύτας, ώστε δεν επήρκουν χρημάτων, θεωρών δόξαν και καύχημα ότι οι υπήκοοι αυτού επλούτουν και είχον αφθονίαν παντός».

Ο Παχυμέρης (1242-1310) ιστορεί για τον Ιωάννη Δούκα Βατάτζη τα παρακάτω: «Ένεκα τούτων όλων… επωνομάζετο πατήρ Ρωμαίων, ενώ ο Θεόδωρος δεσπότης αυτών. Ίνα μη εξαντλή δε τους υπηκόους του, δι’ εκτάτων φορολογιών και εισφορών εν ώρα ανάγκης, και προς διατήρησιν των πολυαρίθμων φρουρίων, κατέστησε περί έκαστον φρούριον ιδίας προνοίας ή τιμάρια της βασιλικής εξουσίας, τα λεγόμενα ζευγηλατεία, ων τα εκάστου φρουρίου , ούτω δε ηδύνατο και ούτος άνευ προσθήκης βαρών εις τους υπηκόους να αντλή εκ των ιδίων χρήματα δια τας βασιλικάς ευεργεσίας». 

Σε άλλο σημείο συνεχίζει ο Παχυμέρης λέγοντας: «Πάσα πόλις και χώρα και δήμος απήλαυσε των ευεργεσιών αυτού. Παρέσχε δ’ έτι χορηγίας εις τους ναούς και τα σεμνεία και τας μονάς. Ιδιαιτέρως δ’ εις την μονήν του Σινά, και εις όσας ευρίσκετο εν τη Σιών, και εις τα πατριαρχεία Ιερουσαλήμ, Αλεξάνδρειας και Αντιόχειας. Αλλά και ναούς εν Κωνσταντινουπόλει εξηγόρασεν, ους ήθελον να καταστρέψωσιν οι Λατίνοι προς θεραπείαν των αναγκών αυτών και της ένδειας, τοιούτοι δε μνημονεύονται ο των Βλαχερνών, ο των Ρουφιανών και ο εν Ανάπλω του Ταξιάρχου. Επίσης δε τον ναόν των Αποστόλων υπό σεισμού βλαβέντα βασιλικώς επεσκεύασε και δια χρημάτων ιδίων ανέκτισεν. Αλλά και αι μοναί του Αγίου Όρους και αι κατά Θεσσαλονίκην, και αι εν τη Αττική εγνώρισαν την πλουτοδότιδα αυτού χείρα».          

Ο Πατριάρχης της Ελληνικής Ιστορίας Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1815-1891), ο οποίος επικεντρώνεται στην συνένωση και στη συνέχεια του ελληνισμού, αναφέρει τα εξής: «Η κατάλυση της εν Θεσσαλονίκη αυτοκρατορίας και η συνένωση του μεσαιωνικού ελληνισμού, υπό την αυτοκρατορία της Νίκαιας, μαρτυρεί ότι αυτός (ο ελληνισμός) όσο και αν έχει παρακμάσει, διατηρούσε κάποια συστατικά πολιτικής εμπειρίας, δεξιότητας και δυνάμεως περισσότερα από όσα με τον καιρό προσέλαβε ο προ μικρού σε νέο πολιτικό βίο ανακύψας νέος ελληνισμός. Η δε ένωσις αυτή υπήρξε το κυριώτατο κατόρθωμα του Ιωάννη Βατάτζη αλλά όχι και το μόνο». Στον επίλογο του έργου του, κάνοντας την σύνοψη της ιστορίας του, γράφει τα παρακάτω: «Ο Ιωάννης Βατάτζης ο εν Νικαία διαδεξάμενος τον Θεόδωρον Λάσκαριν και αυξήσας και πολυειδώς κατοχυρώσας την αρχήν ην παρέλαβεν, επεξέτεινεν αυτήν μέχρι Μακεδονίας και Θεσσαλίας και καταλύσας τω 1246 το εφήμερον δημιούργημα του Θεοδώρου Αγγέλου Κομνηνού, συνεπύκνωσεν ουτω εις χείρας αυτού άπασαν του ελληνισμού την πολιτικήν ενέργειαν.» Μετά δέκα πέντε δε έτερα έτη ο του Βατάτζη δεύτερος διάδοχος Μιχαήλ Παλαιολόγος, ανέκτησε τη 26η Ιουλίου 1261 και αυτήν την Κωνσταντινούπολιν αμαχητί.

Ο Καθηγητής της βυζαντινής ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Άμαντος (1874-1960) αναφέρει για τον Ιωάννη Βατάτζη ότι: «υμνήθη και ζων και μετά θάνατον ως ουδείς ίσως άλλος αυτοκράτωρ του Βυζαντίου». Επίσης όταν η Βουλή των Ελλήνων ζήτησε από το μεγάλο αυτό βυζαντινολόγο να προτείνει ποιο πορτρέτο Βυζαντινού αυτοκράτορος έπρεπε να αναρτηθεί στη Βουλή, εκείνος πρότεινε τον Άγιο Ιωάννη Δούκα Βατάτζη τον Ελεήμονα, ώστε να είναι πρότυπο τους και να τους φωτίζει.

Ο Γιάννης Κορδάτος (1891-1961) στο έργο του «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδος», αναφερόμενος στον Βατάτζη τον εγκωμιάζει λέγοντας: «Η Νίκαια στο πρόσωπο του Ιωάννη Βατάτζη , βρήκε τον ηγέτη που με την πολιτική του και τις στρατιωτικές του ικανότητες, της έδωσαν το προβάδισμα στον αγώνα για το διώξιμο των Φράγκων από τη Θράκη». Σε άλλο σημείο του έργου του, κλίνει το κεφάλαιο που αναφέρεται στον Βατάτζη επαινώντας τον για την φιλολαϊκή του πολιτική και για τα επιτεύγματα του να οικοδομήσει το ισχυρό κράτος της Νίκαιας. Χαρακτηριστικά σε μια παράγραφο αναφέρει «Ο  Βατάτζης όμως με την εξωτερική πολιτική που ακολούθησε όχι μόνο μεγάλωσε το κράτος του, αλλά και προετοίμασε την επανασύσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Αυτός είναι ο κυριότερος συντελεστής της αποκατάστασης του Βυζαντίου. Αν οι Φράγκοι διώχτηκαν από την πόλη το 1261, τούτο οφείλεται σε αυτόν. Ο Μ. Παλαιολόγος επωφελήθηκε από τα αποτελέσματα που επέφερε η εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Βατάτζη και κατέλαβε την Πόλη».

Στην «Ιστορία του Ελληνικού έθνους» της Εκδοτικής Αθηνών διαβάζουμε για τον  Ιωάννη  Βατάτζη τα εξής: «Ο Ιωάννης Γ΄  Βατάτζης φάνηκε πιο ικανός και είχε μεγαλύτερες επιτυχίες ως πολιτικός και διπλωμάτης από τον πεθερό του και μπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους μεγαλύτερους βυζαντινούς αυτοκράτορες…. Ο  Ιωάννης Γ΄  κατέχει τιμητική θέση ανάμεσα στους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Επί πλέον υπήρξε, αντίθετα με τους αντιπάλους του της Ηπείρου, ένας τίμιος άνθρωπος, που ενέπνευσε αγάπη στους υπηκόους του, με αποτέλεσμα να τιμάται ως τοπικός άγιος στο Νυμφαίο, όπου πέθανε και στη Μαγνησία, όπου τάφηκε». 

Ο Α.Α Βασίλιεφ (1867-1953) κλείνοντας το κεφάλαιο της περιόδου που βασίλευε ο Ιωάννης, εξυμνεί το έργο του ως αυτοκράτορα, λέγοντας τα εξής: « Η εξωτερική δράση του Βατάτζη υπήρξε εξαιρετικά σημαντική, διότι εξαλείφοντας βαθμιαίως όλους τους υποψηφίους αποκαταστάτας της αυτοκρατορίας, τους άρχοντες δηλαδή της Θεσσαλονίκης, της Ηπείρου και της Βουλγαρίας, απέκτησε υπό την εξουσία του τόση έκταση, όση ουσιαστικώς αρκούσε για την επανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο κύριος ρόλος της αποκαταστάσεως ανήκει στον Ιωάννη Βατάτζη, και το 1261 ο Μιχαήλ Παλαιολόγος, απλώς, επωφελήθηκε από τα αποτελέσματα της επιμονής και της δραστηριότητας του καλύτερου αυτοκράτορα της Νίκαιας. Οι μετά τον Ιωάννη Βατάτζη γενεές τον θυμούνται ως ‘Πατέρα των Ελλήνων’».

Ο Σέρβος βυζαντινολόγος Ρωσικής καταγωγής Γ. Οστρογκόρσκι (1903-1976) στο έργο του «Η Ιστορία του Βυζαντινού κράτους», αναφέρεται στον Ιωάννη Βατάτζη λέγοντας ότι «Χωρίς αμφιβολία (ήταν) ο μεγαλύτερος πολιτικός της περιόδου της Νίκαιας και ένας από τους πιο σημαντικούς ηγεμόνες της Βυζαντινής ιστορίας. Στην εξωτερική και εσωτερική πολιτική σταθεροποίησε με εκπληκτικό τρόπο το έργο του προκατόχου του και έτσι ανύψωσε την μικρή αυτοκρατορία, που ήταν περιορισμένη στην έκταση μιας επαρχίας, σε μεγάλη δύναμη». Σε ένα άλλο σημείο του έργου του, αναγνωρίζει τον καταλυτικό ρόλο του Βατάτζη στην αποκατάσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας αναφέροντας τα παρακάτω: «Πάντως ο Ιωάννης Βατάτζης είχε δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις για το θρίαμβο αυτό και σ΄ αυτόν προ παντός ανήκει η τιμή για την αποκατάσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας».

Ένας άλλος Ρώσος πανεπιστημιακός, Μ. Λευτσένκο, του πανεπιστημίου του Λένιγκραντ, στο έργο του «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», αναφέρει για τον Βατάτζη τα εξής: «Ο δρόμος της επιτυχίας στον αγώνα για την αποκατάσταση του Βυζαντίου ανοίχτηκε από την ακαταπόνητη ενεργητικότητα του άμεσου διαδόχου του Θεόδωρου Λάσκαρη, του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ΄ Δούκα  Βατάτζη».

Ο Καρλ Μάρξ (1818-1883), ο οποίος τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε ασχοληθεί πολύ με την Βυζαντινή ιστορία, αναφερόμενος στον Διδυμοτειχίτη αυτοκράτορα, αναφέρει ότι: «υπό τον Βατάτζη η Νίκαια εκπροσωπεί το κέντρο του Ελληνικού πατριωτισμού».

Ο Καθηγητής κλασικής και βυζαντινής αρχαιολογίας του ελευθέρου πανεπιστημίου των Βρυξελλών, Καρλ Ντελβόι, στο σύγγραμμα του «Βυζαντινή τέχνη», αναφέρεται στη ιστορική κατάσταση μετά την άλωση του 1204, αναφέρει για τον Ιωάννη Βατάτζη: « Ο γαμπρός και διάδοχος του Θεοδώρου Α΄, Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης (1222-1254) συνέχισε δραστήρια το επιχειρούμενο έργο της ανορθώσεως. Στη φροντίδα του καταρτίσει στελέχη μιας αποτελεσματικής διοικήσεως και να ενισχύσει το εθνικό αίσθημα, αναδιοργάνωσε την εκπαίδευση και ευνόησε με κάθε μέσο την ανάπτυξη του πνευματικού βίου».

Στον Α΄ τόμο του κλασικού έργου «Βυζαντινή Λογοτεχνία» του Χέρμπερτ Χάνγκερ, ο συγγραφέας αναφερόμενος σε έναν εγκωμιαστικό λόγο του πατριάρχη Βουλγαρίας Ιακώβου προς τον Ιωάννη Βατάτζη γράφει τα εξής: «Μια απόδειξη της αδιάσπαστης ρητορικής παράδοσης τον 13ο αιώνα αποτελεί το εγκώμιο του πατριάρχη της Βουλγαρίας Ιακώβου στον αυτοκράτορα Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, που προφανώς έχει γραφτεί στα τελευταία χρόνια της ζωής του αυτοκράτορα (μετά το 1250) και αποτελεί το αντίστοιχο στον γνωστό επιτάφιο του Γεωργίου Ακροπολίτη στον ίδιο αυτοκράτορα. Πέρα από αυτά, ο Α.Heisenberg δημοσίευσε έναν ανώνυμο, μακρό βίο του αυτοκράτορα, που με τα αρχικά και τελικά του λόγια και μόνο (εγκωμιάζοντες- υμνήσας) εμφανίζει τα χαρακτηριστικά ενός εγκωμίου στον Ιωάννη Γ’».

Ο Στήβεν Ράνσιμαν (1903- 1980), βυζαντινολόγος με παγκόσμιο κύρος, στο έργο του «Βυζαντινός Πολιτισμός» αναφέρει για τους δυο πρώτους αυτοκράτορες της Νίκαιας τα εξής: «Η νίκη της Νίκαιας στην αντιζηλία αυτή (αναφέρεται στην αντιζηλία των Ελληνικών βασιλείων της εποχής) οφείλεται στις μεγάλες ικανότητες των αυτοκρατόρων της. Ο Θεόδωρος Α’ Λάσκαρης (1204-1222) και ο γαμπρός του Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης (1222-1254) οργάνωσαν την αυτοκρατορία με τέτοιο τρόπο που να μοιάζει με μια επιχείρηση δραστήρια και αποδοτική, και ήταν και οι δυο καλοί στρατηγοί και τέλειοι διπλωμάτες». Ο ίδιος ο βυζαντινολόγος σε ένα άλλο πόνημά του με τίτλο «Η Βυζαντινή Θεοκρατία», αναφέρει σχετικώς: «Η αυτοκρατορία της Νίκαιας υπό το Θεόδωρο Λάσκαρη και τον ακόμα ικανότερο γαμπρό του Ιωάννη Βατάτζη παρά τις πολλές δυσκολίες της, ήταν μία καλοκυβέρνητη και ευημερούσα πολιτεία. Μετά το θάνατο του Ιωάννη, το 1254, είχε γίνει φανερό ότι η Νίκαια ήταν αυτή που θα ανακτούσε την Κωνσταντινούπολη από τους Λατίνους».

Στο έργο «Η Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, στο κεφάλαιο που εξιστορεί τα γεγονότα της τέταρτης σταυροφορίας, και συγκεκριμένα τη διαδοχή του Λάσκαρη από τον Βατάτζη, αναφέρονται τα παρακάτω: «Ο ιδρυτής της αυτοκρατορίας της Νίκαιας δεν άφησε διαδόχους. Όμως όλοι συμφώνησαν ότι αυτοκράτορας έπρεπε να ανακηρυχτεί ο γαμπρός του, ο Ιωάννης Δούκας Βατάτζης, που ήταν σύζυγος της μεγαλύτερης κόρης του της Ειρήνης. Ο πατριάρχης Εμμανουήλ τέλεσε τη σκέψη. Ήταν μία συνετή εκλογή, γιατί ο Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης υπήρξε ο ενδοξότερος αυτοκράτορας της Νίκαιας και ένας από τους ικανότερους Βυζαντινούς μονάρχες». Σε ένα άλλο σημείο κάνοντας τον απολογισμό του έργου του Βατάτζη αναφέρει τα εξής: «Ο Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης προετοίμασε το έδαφος και έκανε δυνατή την παλινόρθωση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Όμως δεν ήταν γραφτό να θερίσει ο ίδιος τον καρπό των έργων του. Ο Λάσκαρης είχε αποδείξει ότι η Νίκαια μπορούσε να γίνει ένα πιστό αντίγραφο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο Βατάτζης απέδειξε ότι από πολλές απόψεις το αντίγραφο ήταν πιο πετυχημένο από το πρωτότυπο του περασμένου αιώνα». 

Από όλους αυτούς τους σημαντικούς ιστορικούς, αλλά και από όσους άλλους ασχολήθηκαν με τη Βυζαντινή Ιστορία, παλαιότερους και συγχρόνους, σαφώς αποδεικνύεται ότι η ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Έλληνες, με τον Μιχαήλ Παλαιολόγο, το 1261, κατά συντριπτικά μεγάλο ποσοστό ήταν έργο του λαμπρού τέκνου του Διδυμοτείχου Ιωάννη Γ’ Δούκα Βατάτζη, καθώς επίσης και η συνένωση του μεσαιωνικού Ελληνισμού. Για μια ακόμα φορά, την ένδοξη Ελληνική ιστορία , ο τριαδικός Θεός μας, την προικίζει με ένα άξιο τέκνο, που θα μείνει μεταξύ των Ελλήνων ηρώων ως μια ακόμα μεγάλη μορφή, που δυστυχώς παραμένει άγνωστη και ξεχασμένη από εμάς τους νεοέλληνες.  

 

Η κοίμηση του Φιλόχριστου βασιλιά

Στις 4 Νοεμβρίου του 1254, ο Ιωάννης Βατάτζης «παρέδωκεν εν ειρήνη την ψυχή του εις χείρας Θεού», στο αγαπημένο του Νυμφαίο, σε ηλικία εξήντα δύο ετών. Υπάρχει όμως και η άποψη που διατυπώνουν ο Μηλιαράκης και ο Γκάρντεν, οι οποίοι αναφέρουν ότι ο Βατάτζης πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 1255, αφού είχε προηγηθεί βαριά νόσος (αποπληξία). Όσον αφορά την ημερομηνία, υπάρχει αντιγνωμία, για την αιτία του θανάτου του όμως συμφωνούν οι πηγές. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης, σύγχρονος του Ιωάννη, στο έργο του «Χρονική Συγγραφή», περιγράφει τους τελευταίους μήνες του ελεήμονα βασιλιά ιστορώντας τα εξής: «Ο αυτοκράτορας λοιπόν έφθασε στην Ανατολή και επειδή εκείνη η χρονιά είχε πια περάσει, πήγε πάλι στην πρωτεύουσα της Βιθυνίας, τη Νίκαια. Τελείωσε πια ο χειμώνας καθώς ο Φεβρουάριος ήταν προς το τέλος του. Ο αυτοκράτορας ξάπλωσε το βράδυ στο κρεβάτι του και αφού πέρασε ένα μέρος της νύχτας, ξαφνικά έχασε τη φωνή του και δεν μπορούσε να κινηθεί. Οι γιατροί κατέβαλλαν προσπάθειες για να τον θεραπεύσουν, ωστόσο ο αυτοκράτορας εξακολουθούσε να είναι ακίνητος όλη εκείνη τη νύχτα και την επόμενη ημέρα. Έσπευσε λοιπόν να πάει στο Νυμφαίο, για να είναι εκεί πριν την Κυριακή των Βαΐων, που συνήθιζε να κάνει θρίαμβο. Επέσπευσε λοιπόν την πορεία του και έφθασε στο Νυμφαίο, όπου έκανε το θρίαμβο του την Κυριακή των Βαΐων και γιόρτασε το Πάσχα. Παρέμεινε λοιπόν εφεξής σε εκείνα τα μέρη, ενώ η αρρώστια που είχε, κατά διαστήματα τον ενοχλούσε. Καθώς οι γιατροί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα άλλο, εκείνος θέλοντας να ανακουφισθεί λίγο, αποφάσισε να πάει στη Σμύρνη για να προσκυνήσει το Χριστό και να τον παρακαλέσει να τον λυπηθεί. Αφού λοιπόν έφθασε εκεί, έκανε αυτά, όμως η κατάσταση του δεν βελτιωνόταν και ενώ είχε σταθμεύσει στους Περικλύστους, μια τοποθεσία κοντά στη Σμύρνη, που ονομάζεται έτσι επειδή υπάρχουν εκεί πολλά νερά, η ασθένειά του τον κατέβαλλε. Έφυγε από εκεί σε άσχημη κατάσταση και έφτασε στο Νυμφαίο. Δεν πήγε όμως στη βασιλική κατοικία, αλλά εγκαταστάθηκε στους βασιλικούς κήπους, κάπου στην εξοχή. Εκεί κοιμήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1254, αφού έζησε εξήντα δυο χρόνια».

Άλλες πηγές αναφέρουν ότι ο Ιωάννης δοκιμάστηκε ιδιαίτερα. Η αγιότητα δεν κερδίζεται έτσι απλά. Τόσοι και τόσοι άγιοι της πίστης μας υπέμειναν πολλές αρρώστιες ψυχικές και σωματικές. Παρ΄ όλες αυτές τις προσωπικές του δυσκολίες, ο Ιωάννης δεν έπαψε ποτέ να ενδιαφέρεται και να νοιάζεται για τους υπηκόους του.  

 

Ο Άγιος «Μαρμαρωμένος» Βασιλιάς του Ελληνισμού (Θρύλοι και παραδόσεις)

Όλες οι αρετές του Ιωάννη, η δικαιοσύνη και η αγάπη προς τους υπηκόους του, η ευλάβεια που τον διέκρινε, καθώς και όλο το φιλανθρωπικό και εκκλησιαστικό του έργο, συνετέλεσαν ώστε μετά την παρέλευση λίγων ετών από το θάνατο του, ο λαός να τον αναγνωρίσει ως Άγιο της εκκλησίας μας. Αναγέρθηκε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας ναός αφιερωμένος στο όνομα του, καθώς επίσης και ναΐσκος στο Νυμφαίο. Ακολούθως γράφτηκε από ανώνυμο συγγραφέα ή, κατά πάσα πιθανότητα από τον επίσκοπο Πελαγονίας Γεώργιο (14ος αιώνας), η βιογραφία του ως «ο βίος του Αγίου Ιωάννη του ελεήμονος». Ασματική ακολουθία καθώς και τον κατά πλάτος βίο του Αγίου Βασιλιά, έγραψε ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, και τον συμπεριέλαβε και στην συναξαριστή των δώδεκα μηνών. Την ακολουθία του Αγίου Βασιλιά εξέδωσε το 1872 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Εφεσού Αγαθάγγελος, που καταγόταν από τη Μαγνησία. Στην έκδοση αυτή, συμπεριέλαβε εκτός από τη βιογραφία του Βατάτζη, που συνέγραψε ο Άγιος Νικόδημος, και μια άλλη βιογραφία πιο εκτενή ενός ανώνυμου συγγραφέως. Επίσης σχετικά με το βίο του Αγίου Ιωάννη Βατάτζη πληροφορίες παρέχονται στων κώδικα Μπέρνεϊ (Burney), Βρετανικό Μουσείο (54 ΧVI s). Φύλλο 219v, που χρονολογείται στο 16ο αιώνα. Ο κώδικας αυτός περιέχει τροπάριο, κοντάκιο και οίκο προς τιμήν του «αγίου, ενδόξου και ισαποστόλου βασιλέως Ιωάννου του νέου ελεήμονος, του εν Μαγνησία και Βατάτζη» (Remains of an Acolouthia for the John Doukas Vatatzes).

Ο Α.Α. Βασίλιεφ στο έργο του «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», αναφερόμενος στη μεγάλη απήχηση που είχε το όνομα του Ιωάννη Βατάτζη στον Ελληνικό λαό, γράφει τα έξης: «Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι το όνομα του Ιωάννη Βατάτζη ήταν τόσο αγαπητό και σεβαστό από τον Ελληνικό λαό, ώστε λίγο μετά το θάνατο του, ο Ιωάννης έγινε ένας άγιος της λαϊκής παράδοσης. Θαύματα άρχισαν να συνδέονται με τη μνήμη του, ενώ συγχρόνως συντάχθηκε «ο Βίος του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος». Η μνήμη του Ιωάννη Βατάτζη δεν έχει αναγνωρισθεί επισήμως από την Ελληνική Εκκλησία (μιλάει για την εποχή του ο Βασίλιεφ) και η ακολουθία του έχει περιορισθεί στα στενά όρια της Μαγνησίας, μιας πόλης της Μικράς Ασίας, όπου ενταφιάσθηκε ο Αυτοκράτορας. Η βιογραφία αυτή του Βατάτζη δεν πρέπει να συνδέεται με μια βιογραφία ενός Αγίου του έβδομου αιώνος, του Ιωάννη του Ευσπλάχνου, όπως συμβαίνει πολλές φορές, Οι επιστήμονες δεν συμφωνούν ως προς τον τόπο και τον χρόνο της συγγραφής της. Ακόμα και τώρα ο κλήρος και ο λαός της Μαγνησίας και των περιχώρων της συγκεντρώνεται κάθε τέσσερις Νοεμβρίου στην τοπική εκκλησία για να τιμήσουν τη μνήμη του Αυτοκράτορα Ιωάννη του Ελεήμονα. Το ορθόδοξο ημερολόγιο αναφέρει στις τέσσερις Νοεμβρίου το όνομα του Ιωάννη Δούκα Βατάτζη.

Ο Α. Μηλιαράκης στο πόνημα του «Ιστορία του βασιλείου της Νίκαιας και του Δεσποτικού της Ηπείρου» σε ένα σημείο αναφέρει ότι: «Η υπέρ του Βατάτζη μεγαληγορία των συγχρόνων και μεταγενέστερων ανεύρεν έτι και εις χρησμούς παλαιοτέρους γεγραμμένους υπό Λέοντος του Σοφού προφητείας υποδηλούσας την έλευσιν του, εις ας η δεισιδαιμονία των χρόνων απέδιδε πίστιν».

Το τίμιο σώμα του ευσεβέστατου, δίκαιου, γενναίου και ελεήμονος βασιλέα, ενταφιάσθηκε σε ένα μοναστήρι του Σωτήρος Χριστού, που είχε κτίσει ο ίδιος, και το ονόμασε Σώσανδρα. Τα επόμενα χρόνια δια θαυμαστής αποκαλύψεως ο ίδιος ο Ιωάννης, ζήτησε να μεταφερθεί το λείψανο του στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Όταν όμως πήγαν να ανοίξουν τον τάφο για να εκτελέσουν τη μετακομιδή, αντί να βγει η γνωστή δυσωδία, μια γλυκιά ευωδία απλώθηκε τριγύρω, σαν να είχε ανθίσει απότομα κήπος αρωματικός! Αλλά δεν ήταν μονάχα αυτό. Ο κεκοιμημένος φαινόταν σαν να κάθεται επί του βασιλικού θρόνου, χωρίς να έχει καμία μελανότητα, καμία δυσωδία, κανέναν απολύτως σημείο που φανέρωνε πως ήταν νεκρός. Επτά χρόνια ήταν μέσα στον τάφο και το χρώμα του σώματος του ήταν όπως κάθε φυσιολογικού εν ζωή ανθρώπου! Έμοιαζε πραγματικά σαν ένας ολοζώντανος, αλλά «ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ» μάλιστα και αυτά ακόμη τα ρούχα του είχαν διατηρηθεί επί επτά χρόνια αδιάφθορα και έμοιαζαν σα να είχαν μόλις ραφτεί! Έτσι αντιδοξάζει ο Θεός εκείνους που Τον δοξάζουν στη γη.

Μάλιστα από τότε το τίμιο λείψανο του Αγίου βασιλέως Ιωάννη Βατάτζη του Ελεήμονος, έδωσε πάμπολλα θαύματα, γιατρεύοντας θαυματουργικά Χάριτι Θεού ασθένειες, διώκοντας δαίμονες και θεραπεύοντας ένα σωρό πάθη, με την κατοικούσα εν αυτώ Χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Ο Παχυμέρης εξιστορεί ότι κατά τις επιδρομές των Τούρκων στη Μαγνησία επί βασιλείας του Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου, ο καστροφύλακας που είχε ορισθεί για την αναχαίτιση των επιθέσεων των Τούρκων, παρατήρησε πολλές φορές μία αναμμένη λαμπάδα να περιφέρεται στα τείχη. Αφού διαπίστωσε ότι δεν ήταν ένα τυχαίο περιστατικό, έστειλε ανθρώπους να δούνε από κοντά τι συμβαίνει. Παρ’ όλο που εστάλησαν πολλοί, δεν κατάφεραν να διαφωτίσουν την κατάσταση. Σαν τελευταία απέλπιδα λύση για να εξιχνιάσουν το γεγονός, εστάλη ο κωφάλαλος εκ γενετής αδελφός του καστροφύλακα. Παραδόξως σε αυτόν τον άνθρωπο έγινε η αποκάλυψη του θαυμαστού γεγονότος. Και όχι μόνο αυτό, αλλά αν και γεννηθείς κωφάλαλος, επιστρέφοντας στους υπόλοιπους διηγήθηκε ότι στο μέρος εκείνο που φαινόταν το φως, βρήκε άντρα μεγαλοπρεπή με βασιλικό παράστημα, ο οποίος προέτρεπε μεγαλοφώνως να συνεχίσουν την άμυνα της πόλης. Η μορφή αυτή αναγνωρίσθηκε ότι ήταν ο άγιος Ιωάννης Βατάτζης ο Ελεήμων. Το γεγονός αυτό έγινε η αιτία να αναγνωρισθεί εκείνη την εποχή από όλους τους κατοίκους της Βιθυνίας ο Ιωάννης ως άγιος.

Μεγάλο μυστήριο υπάρχει για το τι απέγινε ο Ναός που έκτισε ο ίδιος ο Ιωάννης στη Μαγνησία καθώς, όπως μας πληροφορεί το ημερολόγιο-αφιέρωμα στον Άγιο Ιωάννη Βατάτζη, που εξέδωσε το 2001 η Ιερά Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου- μέχρι το 1922, δηλαδή μέχρι την μικρασιατική καταστροφή, η μνήμη του αυτοκράτορα Ιωάννου του Ελεήμονος ετιμάτο κάθε χρόνο στην εκκλησία της Μαγνησίας, καθώς και στο Νυμφαίο, την αγαπημένη του κατοικία. Το παράδοξο είναι ότι και σήμερα δε γνωρίζουμε τι απέγινε η εκκλησία και κατά συνέπεια δεν ξέρουμε και τι απέγινε το τίμιο και άφθαρτο λείψανο του «Μαρμαρωμένου βασιλιά». Φαίνεται να έχει κάποια σχέση με το θρύλο και τις προφητείες για την ανάκτηση της Βασιλεύουσας, που τόσο είχε πασχίσει εν ζωή. Ένας θρύλος αναφέρει ότι το τίμιο λείψανο του Αγίου Βασιλέα έχει μεταφερθεί σε κατακόμβες της Κωνσταντινούπολης. Ότι μαζί του υπάρχει και η σπάθη του μέσα στο θηκάρι της, και ότι κάθε χρόνο η λεπίδα του μέσα του σπαθιού ξεπροβάλλει μερικά χιλιοστά από τη θήκη , και όταν φτάσει η στιγμή να γυμνωθεί ολόκληρη η σπάθη, τότε θα έρθει η άγια εκείνη ημέρα που περιμένει η ρωμιοσύνη, της ανάκτησης δηλαδή της Κωνσταντινούπολης από τους Έλληνες.

Ο Όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός (6ος αιώνας μ.Χ.), προφητεύοντας στο μαθητή του Επιφάνιο για τη μελλοντική τύχη της Κωνσταντινούπολης, όταν έφθασε στο σημείο της κατάκτησης της πόλης, και της ανάκτησης αυτής από τους Έλληνες, ανέφερε ότι θα βασιλεύει στην πόλη για σαράντα δύο χρόνια ένας βασιλιάς κάνοντας θαυμαστά πράγματα, που το όνομα του θα είναι Ιωάννης. Οι μετέπειτα προφητείες Αγίων και Γερόντων αναφέρουν ότι ο βασιλιάς αυτός θα είναι εις τύπον του Ιωάννη Βατάτζη ο οποίος, όπως αναφέρουμε στο βίο του, βασίλευε τριάντα δύο χρόνια. Υπάρχει ακόμα και ο θρύλος ότι ο βασιλιάς Ιωάννης θα είναι ο ίδιος ο Ιωάννης Βατάτζης, ο οποίος θα εγερθεί την κατάλληλη στιγμή για να σώσει τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία.

Όλοι αυτοί οι θρύλοι και όλες οι προφητείες ηχούν παράξενα στα αυτιά μας, ειδικά σε όσους δεν έχουν ασχοληθεί εκτενώς με την Ορθόδοξη παράδοση και τους έχει καταβάλει ο νεοεποχίτικος ορθολογισμός. Σαφώς και δεν πρέπει να πάρουμε τους παραπάνω θρύλους κατά γράμμα, εκείνο όμως που πρέπει να αποκομίσουμε με μεγάλη σιγουριά, είναι ότι όλα αυτά πρέπει να τα θέσουμε ως βάση αξιολόγησης της προσωπικής αξίας του Αγίου μας, η οποία συνετέλεσε καταλυτικά ώστε να τον ακολουθούν όλοι αυτοί οι θρύλοι.

 

«ΙΩΑΝΝΗΝ ΤΟ ΚΛΕΟΣ ΑΝΑΚΤΩΝ ΤΙΜΩ»

(ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ)

 

Πηγή υλικού

Ιωάννου Α. Σαρσάκη, Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης Ο Άγιος Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Εκδόσεις «Ορθόδοξος κυψέλη», Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2010

 

Επιλογή υλικού

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου,

Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων




ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
Powered by active³ CMS - 29/03/2024 12:34:27 μμ